Παράδοση και… παράδοση

Η Αξιωματική Αντιπολίτευση μπορεί να καταλάβει ακόμη και τα ορεινά της Βουλής για τις τρέχουσες ανάγκες.

 ◊

Με αφορμή τη διαμάχη που  έχει ξεσπάσει για το ποιος θα καταλάβει ποια έδρανα στην αριστερή πτέρυγα της Βουλής

Η έννοια της παράδοσης είναι μια πολύ πλατειά έννοια, για να εξαντληθεί στα στενά όρια μιας ανάρτησης σε ένα μπλογκ. Είναι, ωστόσο, μια τόσο σοβαρή έννοια, κατά πολλούς ιερή, που τα δυό-τρία πράγματα που θα μπορούσαν να επισημανθούν θα ήταν κρίμα να περάσουν ανέγγιχτα, έστω από αυτό το μπλογκ.

Ανάμεσα στις πολλές και διάφορες πτυχές της έννοιας παράδοση, ένα από αυτά που θα μπορούσαν να επισημανθούν εδώ, αφορά σε πράγματα που γίνονται από παράδοση, χωρίς να συνοδεύονται απαραίτητα από την επίγνωση ότι γίνονται από παράδοση. Ένα παράδειγμα παραδοσιακής πρακτικής, που γίνεται χωρίς επίγνωση ότι αποτελεί μέρος της παράδοσής μας, είναι το ότι εμείς οι Έλληνες, σχεδόν αποκλειστικά σε όλη την Οικουμένη, σηκώνουμε τα φρύδια ως ενδεικτικό μιας άρνησης· άλλοι λαοί κουνάνε σε ανάλογη περίπτωση το κεφάλι δεξιά-αριστερά, ενώ σηκώνουν τα φρύδια όχι για να εκφράσουν άρνηση, αλλά για να εκδηλώσουν ένα είδος αμηχανίας.

Όταν σηκώνουμε τα φρύδια για να πούμε όχι, δεν έχουμε επίγνωση ότι τηρούμε την παράδοση· κυριαρχεί ο αυτοματισμός. Η επίγνωση ότι τηρούμε την παράδοση χωρεί περισσότερο, όταν, λ.χ., πηγαίνουμε για Πάσχα στο χωριό –όσοι πηγαίνουμε, δηλαδή όσοι τηρούμε αυτήν την παράδοση. Όταν ο αυτοματισμός προσκρούσει σε δυσκολίες και θέσει εν αμφιβόλω το ταξίδι στο χωριό, τότε επικαλούμαστε την παράδοση ως λόγο για να υπερβούμε τις δυσκολίες.

Σχεδόν από αυτοματισμό, αλλά λιγότερο, κάποιοι πηγαίνουν για Πάσχα στα νησιά. Συνέβη να πάνε μια πρώτη φορά και από τότε τηρούν οι ίδιοι μια τέτοια ιδιαίτερη παράδοση, στο πλαίσιο μιας νέας τάσης που κάποτε διαχύθηκε και τείνει να γίνει ευρύτερη παράδοση· γιατί υπάρχουν και τέτοιες παραδόσεις: προσωπικές (π.χ. τάματα), οικογενειακές (π.χ. συναπαντήματα, αρτοκλασίες) κ.α.· κάποιες από αυτές θέτουν υποψηφιότητα για να εξελιχθούν σε ευρύτερη παράδοση, με την διάδοση και υιοθέτησή τους από άλλους και να κυριαρχήσουν, και κάποιες όχι. Το σθένος απέναντι στις περιστάσεις και την αντοχή τους το κρίνει ο χρόνος.

Ακόμη πιο έντονη γίνεται η επίγνωση ότι τηρούμε την παράδοση, όταν, λ.χ., μια νοικοκυρά φτιάχνει φανουρόπιτα για την ημέρα του Αγίου Φανουρίου. Συνήθως η παρασκευή συνοδεύεται με την ικανοποίηση της νοικοκυράς ότι τήρησε την παράδοση, τα θέσμια. Μέσα από τέτοιες διαδικασίες εξοικειώνεται και μαθαίνει το παιδί τα της παραδόσης, στο πλαίσιο της ανατροφής. Αυτή είναι μια ζώσα παράδοση, διότι στο τέλος το παιδί τρώει από τη φανουρόπιτα και ικανοποιεί το αίσθημα της πείνας και της ξεχωριστής γεύσης μιας προσεγμένης συνταγής, εκτελεσμένης με θρησκευτική ευλάβεια στο όνομα της παράδοσης. Πρόκειται πάντως για μια ζώσα παράδοση, διότι ακουμπάει στην πραγματικότητα κι, έστω μια φορά το χρόνο, στις καθημερινές ανάγκες.

Από την άλλη πλευρά, το πανηγύρι του Αγίου Γεωργίου με τους καβαλλάρηδες στην Ναυπακτία δεν είναι μια ζώσα παράδοση. Είναι μια προσπάθεια, ίσως επιτυχημένη, να αναβιώνεται ως παράδοση κάτι από το παρελθόν που όμως δεν ακουμπάει στην πραγματικότητα, διότι έχουν εκλείψει πια οι καβαλλάρηδες. Η  επαφή αυτής της παράδοσης με την πραγματικότητα εντοπίζεται στην κοινή διάθεση να μην χαθούν οι παραδόσεις και δικαιώνεται μέσα από την συγκέντρωση ντόπιων κι επισκεπτών, που θα παρακολουθήσουν τα δρώμενα. Αποκαλύπτεται δε ως μη ζώσα αυτή η παράδοση, από την σεβαστή, πλην αναχρονιστική εικόνα της, καθώς και από την ανάγκη για εξαιρετικές ετοιμασίες και ειδικές ρυθμίσεις που προϋποτίθενται, ώστε να μην συγκρουσθεί η τήρηση αυτής της παράδοσης με τις απαιτήσεις της καθημερινότητας και γενικά της πραγματικότητας. Λαμβάνεται μέριμνα, λοιπόν, για να ρυθμισθεί η κυκλοφορία, καλούνται τηλεοπτικά συνεργεία κ.τ.τ. Εκείνη η παράδοση που δεν απηχεί την τρέχουσα πραγματικότητα και προϋποθέτει ειδικές ρυθμίσεις, για να μην έρχεται σε σύγκρουση με αυτην, ως ανακόλουθη και αναντίστοιχη με την πραγματικότητα, ονομάζεται φολκλόρ.

Το φολκλόρ είναι κι αυτό ένα κάποιο οργανικό μέρος της παράδοσης. Υπάρχει, μάλιστα, μια παράδοση που θέλει να τηρείται το φολκλόρ ως παράδοση. Οι συντελεστές του φολκλόρ περιπαίζονται μόνο όταν βρίσκονται εκτός τόπου και χρόνου, π.χ., καβαλλάρηδες του Αγίου Γεωργίου είτε τις υπόλοιπες ημέρες του χρόνου εντός Ναυπακτίας είτε εκτός. Στην πρώτη περίπτωση δεν θεωρούνται εντελώς φρενοβλαβείς, απλώς τους καταμαρτυρείται ότι έχουν πάρει το ρόλο τους πιο σοβαρά από ό,τι θεωρείται έυλογο και η κοινότητα Ναυπακτίων στην οποία ανήκουν συγκατανεύει περιχωρητικά –και η περιχωρητικότητα  μέρος είναι της παράδοσής μας.

Αυτά πολύ αδρομερώς· σε πολύ αδρές και γενικές γραμμές. Οπωσδήποτε υπάρχουν και άλλα θέματα, άλλες λεπτές διαφορές, αποχρώσεις και αξιοσημείωτα ζητήματα ή και γρίφοι, όπως, άλλωστε είπαμε στην αρχή: η παράδοση είναι μια πολύ πλατειά έννοια που συνδέεται με την ευρύτερη έννοια της ταυτότητας και ειδικότερα εις ό,τι μας αφορά εδώ, της έννοιας της δικής μας ταυτότητας, εθνικής, κοινωνικής, πολιτικής κ.τ.λ.

Όταν το Κ.Κ.Ε. επικαλείται λόγους παράδοσης για να καταλάβει τη θέση, που θεωρεί ότι δικαιούται στα έδρανα του κοινοβουλίου, είναι νομίζω πρόδηλο ποιο είδος παράδοσης από τα παραπάνω αξιώνει να τηρηθεί: το φολκλόρ!

Θεωρώ, λοιπόν, ότι η πραγματικότητα θα μπορούσε να παραχωρήσει τη θέση της στο φολκλόρ, όπως ακριβώς γίνεται με τα πανηγύρια. Η Αξιωματική Αντιπολίτευση μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να καταλάβει ακόμη και τα ορεινά της Βουλής για τις τρέχουσες ανάγκες. Δεν θα έπρεπε να συντηρηθεί καμιά αντιπαλότητα, διότι όποιος δεν έχει αλλού, παρά να προσφύγει στην παράδοση, πόσο δε μάλλον στο φολκλόρ, για να αντιμετωπίσει τις μεγάλες προκλήσεις της τρέχουσας πραγματικότητας, ομολογεί ότι έχει ήδη παραδώσει τα όπλα απέναντι σε αυτήν. Ο ένας παραχωρεί, ο άλλος παραδίδει, για να μην πω παραδίδεται.

Έτσι κι αλλιώς τα θέματα αυτά των εδράνων και γενικά οι παραδόσεις είναι στην ουσία τους, όπως είπαμε, θέμα χρόνου. Με αυτά ή τα άλλα έδρανα, η παράταση του δράματος που θα βιώσουμε εντός Βουλής δεν έχει τη δύναμη να αλλάξει προς το καλύτερο τίποτε, ούτε εντός και κυρίως ούτε εκτός αυτής. Μάλλον το αντίθετο. Ειδικά στις μέρες μας που, ώρες-ώρες, κινδυνεύει να θεωρηθεί φολκλόρ ακόμη και η ίδια η Βουλή, με αυξημένη, βέβαια την ευθύνη γι αυτό να βαρύνει το Προεδρείο της.