Έρωτας στα χρόνια της χολέρας

Παρμιτζιανίνο: Ο Έρωτας σκαλίζει το τόξο του.

Στα χρόνια της χολέρας η αρρώστια έχει πια προχωρήσει για τα καλά, απορροφώντας μέσα της ό,τι βρει στο πέρασμά της. Το πεπτικό μας σύστημα έχει παραλύσει τελείως: δεν χωνεύει τίποτε και τα πάντα. Οι αντιστάσεις του οργανισμού μας βάλλονται από παντού, χωρίς ανθρώπους με νέες ιδέες, νέες στρατηγικές κατευθύνσεις, που θα έδιναν στον κόσμο ελπίδα με αιτία και περιεχόμενο. Τα κόμματα κάνουν αυτό που ξέρουν και το μόνο που τους απομένει: κερδοσκοπούν σε ψήφους ή σε χρόνο –ακόμα έξι μήνες, ένα έτος, δύο…

Δεν είναι να απορεί κανείς που τα μεγάλα –σε οργάνωση– στερούνται νέων ιδεών. Ετεροπροσδιορίζονται από το πολιτικό ερώτημα, όπως αυτό τίθεται από κέντρα μακριά από εμάς, και είναι πια αργά για να διακινδυνεύσουν το ερώτημα όπως τίθεται από εδώ. Καμώνονται ότι μετράει το αύριο και προσπαθούν να σβήσουν το χθες ή απλώς το αντίστροφο.

Έτσι, καθώς είμαστε όλοι στο κρεββάτι του πόνου, όποιος εμφανίζει εικόνα διαφορετικότητας, έστω ως κατ’ όνομα νεότερος, και όποιος προσδίδει στον πολιτικό λόγο του γνωρίσματα νέας στρατηγικής επιλογής, δείχνει ψευδοσημάδια ανάρρωσης και κερδίζει πόντους. Τα φαινόμενα όμως απατούν, γιατί τα μικρότερα κόμματα είναι επίσης κλινήρη. Δεν απαντούν στο μέλλον, απαντούν στο παρελθόν. Θα τους κακοκαρδίσω, αλλά ούτε αυτά έχουν νέες ιδέες. Αυτό σημαίνει να διανύεις τα χρόνια της χολέρας.

Μήπως υπάρχουν νέες ιδέες σε κόμματα, που, ωστόσο, δεν είναι γνωστά στο εκλογικό σώμα, μαζί και οι ιδέες τους; Ποιο είναι εδώ το υπονοούμενο; Ότι τα κρύβουν τα Μ.Μ.Ε.; Μια τέτοια συζήτηση έχει φθάσει στ’ αυτιά μου.

Διερωτώμαι, λοιπόν, πού αναπτύχθηκαν αυτές οι νέες ιδέες; Σε δοκιμαστικό σωλήνα, ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους; Υπέστησαν τη διαλεκτική βάσανο; Γνώρισαν την εμπειρία της αντίρρησης, ένιωσαν την ανάγκη της πειθούς; Συναντήθηκαν με συγγενείς, φίλους, συναδέλφους, συνεργάτες, εργάτες, ανέργους, περαστικούς, με άγνωστους στην ουρά, με μικρούς και μεγάλους, στο λεωφορείο, το ταξί, τον ορειβατικό σύλλογο και τις ακριτικές περιοχές, στα λαγούμια του μετρό, σε ωδεία και καφωδεία, σε λεωφόρους και σοκάκια, πλατείες κι εξώστες και αλλού, όπου είναι δυνατόν, ώστε όσες ιδέες αντέξουν, βελτιωμένες, τροχισμένες, ανανεωμένες να μεταδοθούν, για να περάσουν σε νέα στάδια ανάλογης επεξεργασίας, αποφέροντας στο δρόμο τους, εκτός από φιλαυτία, τη δημιουργική αποδοκιμασία, τους περίεργους, τους φιλομαθείς, κερδίζοντας εν τέλει  θιασώτες, υποστηρικτές και αποστόλους; Έγιναν όλα αυτά; Δουλεύτηκαν; Τι, τότε; Προχώρησαν ως ένα βαθμό, αλλά σκάλωσαν στο σημείο, όπου ήταν πλέον από εκεί και πέρα μόνος βατήρας, αναγκαίος και αναπόδραστος η συνδρομή των Μ.Μ.Ε., οπότε… ξέχνα το;

Ας μην είμαι απόλυτος και ας αφήσω ανοιχτό αυτό το ενδεχόμενο. Άλλωστε, είμαστε όλοι άκρως απογοητευμένοι από το πρόσωπο, που έχουν δείξει τα Μ.Μ.Ε, αλλά θα δεχθώ με δυσκολία τέτοιες εύκολες αιτιάσεις. Να μην μας διαφεύγει ότι αυτά ελέγχονται μεν από ισχυρούς οικονομικούς παίκτες, αγύριστα μυαλά, εν πολλοίς φαύλα και διεφθαρμένα, στελεχώνονται, ωστόσο, από ανθρώπους –δεσμώτες αλλά κι ελεύθερους, ενήμερους κι επάγρυπνους. Οι αφορισμοί και οι γενικεύσεις επ’ αυτού τυφλώνουν, γεννούν περορμητικούς λεονταρισμούς και οδηγούν σε αυτισμό ή τηλεοπτικούς εξευτελισμούς των κατ’ οίκον φανφαρόνων. Μια ματιά στις εμφανίσεις άκαπνων υποψηφίων θα σας πείσει.

Είναι μήπως το πρόβλημα των νέων ιδεών οικονομικό; Έγιναν δηλαδή με πίστη όλα όσα μπορούσαν να γίνουν χωρίς χρήματα, όλα όσα ήδη ανέφερα και άλλα που μου διαφεύγουν και τελικά το πράγμα σκάλωσε στην αδυναμία της χρηματοδότησης; Και τούτο θα έχει κάποια βάση, δεν λέω, αλλά αξίζει να μιλάμε για ιδέες που μπορούν να υπάρξουν και να αντέξουν μόνο αν γι αυτές υπάρχουν χρήματα; Πράγματι, δει δη χρημάτων και άνευ τούτων ουδέν, σύμφωνοι. Ας μη συγχέουμε, ωστόσο, τα χρειώδη των ανθρώπων που γεννούν και υπερασπίζονται ιδέες με δήθεν ανάγκες των ιδεών, διότι εκεί ακριβώς η πολιτική μεταβάλλεται σε διαφθορά.

Μήπως οι νέες ιδέες αναπτύχθηκαν μπροστά σε μια οθόνη και βρίσκονται στο Διαδίκτυο; Α, τότε σωθήκαμε! Λύθηκαν μ’ ένα σμπάρο η οικονομική δυσκολία και το πρόβλημα της διάδοσης… Η ιδέα όμως ποια είναι; Και είναι καλή; Μια ιδέα δεν είναι καλή μόνο και μόνο επειδή προέρχεται από μικρότερο ή παραγνωρισμένο κόμμα, ούτε μόνο και μόνο επειδή βρίσκεται στο Διαδίκτυο. Μη τα φορτώσουμε όλα στο Μέσον ερήμην της ιδέας, θα κάνουμε το Μέσον ιδέα και ώρα είναι να θυμηθώ τον Παπανδρέου με την ταμπλέτα στο υπουργικό συμβούλιο…

Αγαπώ το Διαδίκτυο και πιστεύω σε αυτό, αλλά απέχουμε ακόμη από την ευεργεσία της «πεφωτισμένης αριστοκρατίας» του: οι μη έχοντες πρόσβαση σε αυτό ανέρχονται στο 60% επί του συνόλου των συμπολιτών μας. Για να συλλάβετε το μέγεθος του δράματος, αναφέρω, συγκριτικά, ότι το ίδιο ποσοστό Ελλήνων δεν ήταν σε θέση να διαβάσει εφημερίδα το 19ο αιώνα!

Δεν υπάρχουν ιδέες, αυτό σημαίνει να διανύεις τα χρόνια της χολέρας! Έτσι μεταδόθηκε η ασθένεια, επειδή δεν υπήρχαν ιδέες. Και τις πνίγει τώρα αυτή στη γέννησή τους.

Δεν μπορεί, όμως, ρε αδέρφια! Δεν μπορεί να μην υπάρχουν ιδέες! Οι ιδέες είναι έρωτας. Όχι παληά ατζέντα και τριμμένο τεφτέρι, αλλά έρωτας. Πόθος, ίμερος, πειθώ. Και αν είναι έρωτας, ο έρωτας νικάει τη χολέρα. Ο έρωτας νικάει τα πάντα. Να ελπίζω ή απλώς μ’ έχει πιάσει η Άνοιξη και θα μου περάσει; Μπα, δεν το νομίζω… Κάπου, σε κάποιο υπόγειο, ταράτσα, δυάρι, ρετιρέ ή αγροικία, τάξη, πατάρι ή φουαγιέ, κάπου αυτή την ώρα που μιλάμε πλέκεται το ειδύλλιο. Ο Έρωτας δεν κάνει άλλη δουλειά. Πάντα και διαρκώς σκαλίζει το τόξο του.