Ορκωμοσία ή συνωμοσία;
by Sotos
«Εγώ όμως σας λέγω να μη ομόσητε μηδόλως· […]
Αλλ’ ας ήναι ο λόγος σας Ναι ναι, Ου, ου·
το δε πλειότερον τούτων είναι εκ του πονηρού»
(Κατά Ματθαίον, 5:33-37).
Εύχομαι να συμφωνούμε, οι περισσότεροι τουλάχιστον, ότι η ορκωμοσία υπουργών ενώπιον Επισκόπου χοροστατούντος και άλλων ιερέων θα πρέπει, αν μη τι άλλο, να τεθεί κάποια στιγμή υπό συζήτηση. Σε δεύτερο στάδιο, συζητούμε με την ευκαιρία και την όλη ρύθμιση περί όρκου, τον οποίο προβλέπει το Σύνταγμα και καλούνται να δίνουν τα εκάστοτε μέλη νέας κυβέρνησης.
Η συγκεκριμένη περί όρκου συνταγματική πρόνοια, ωστόσο, δεν επιβάλλει δα και τη συγκεκριμένη τελετή. Οπότε, το να τεθεί αυτή σε συζήτηση δεν συνεπάγεται τη φασαρία της συνταγματικής αναθεώρησης. Γιατί χρονοτριβούμε και την αποφεύγουμε, λοιπόν; Για λόγους παράδοσης; Ε, ας φορούν τότε οι υπουργοί φουστανέλες, για να μην πω χλαμύδες.
Μια οπτική γωνία που καθιστά σαφέστερη κι επιτακτικότερη την ανάγκη μιας τέτοιας συζήτησης, είναι το εντελώς κωμικό πρωτόκολλο της όλης ιεροτελεστίας.
Π.χ., όσοι υπουργοί δεν άλλαξαν καθήκοντα δεν ορκίζονται –επαρκεί ο όρκος που έχουν ήδη δώσει. Αν όμως ο όρκος τους είχε δοθεί υπό άλλη υπουργική αρμοδιότητα κ.τ.λ., τότε το πρωτόκολλο προβλέπει ότι θα πρέπει να ξαναδοθεί. Έτσι, λ.χ., Δένδιας, Γιακουμάτος ή Λοβέρδος όφειλαν να ορκιστούν ξανά με τον ανασχηματισμό, μολονότι έχουν ήδη δώσει όρκο, τον ίδιο όρκο επί λέξει! Είχε, φαίνεται, ημερομηνία λήξης εκείνος ο όρκος. Γελοιότητες.
Γελοιωδέστερο είναι το γεγονός ότι όσοι υπουργοί δεν φτάνουν το Ευαγγέλιο από εκεί όπου στέκονται, ακουμπάνε τον διπλανό τους. Αξιοποιούν έτσι μιαν ανήκουστη ιδιότητα του όρκου που θα τη λέγαμε «επαγωγική». Και δίνουν έναν όρκο που θα έπρεπε ορθότερα να λέγεται «επαγωγικός όρκος» ή «όρκος δι επαγωγής». Δεν υπάρχει τέτοιος όρκος, αλλά μια και τον αναφέραμε εξηγώ ότι έχει ως εξής: Δεδομένου ότι ο μπροστινός μου ακουμπάει το Ευαγγέλιο, άρα κι εγώ ακουμπάω το Ευαγγέλιο, αφού ακουμπάω τον μπροστινό μου, εκείνος μεν ακουμπάει εξ επαφής, εγώ δε ακουμπάω δι επαγωγής. Ε, το προηγούμενο με το πρωτόκολλο το χαρακτήρισα «γελοιότητα». Τούτο με την επαγωγή πώς να το χαρακτηρίσω; Μου φέρνει σε κάτι από πρωτόγονη παρανόηση, ότι δηλαδή άμα φάω τ’ αχαμνά του ταύρου θα γίνω κι εγώ ταύρος στο κρεβάτι, ή άμα φάω πολλά γλυκά θα γίνει και η φωνή μου γλυκιά σαν του Παβαρότι κ.τ.τ.
Τώρα, τι είδους διάρκεια ζωής έχει ο «επαγωγικός όρκος» θα σας γελάσω. Θα έχω το νου μου, μόλις φάω αμελέτητα, να σας καταθέσω αμέσως τη μαρτυρία μου.
Είναι πολλά τα κωμικά αυτής της υπόθεσης, που λέγεται ορκωμοσία. Ένα όμως είναι το τραγικό… Και καθώς το σκέφτομαι ωριμότερα το θέμα, συνειδητοποιώ ότι τελικά θα ήταν πιο διαφωτιστικό και πιο διδακτικό να μείνουν τα πράγματα ως έχουν.
Να μην αλλάξει τίποτε. Να γίνεται η ορκωμοσία έτσι ακριβώς όπως γίνεται. Να βλέπουμε κι εμείς με κάθε ευκαιρία ποιος έχει ιερό και όσιο. Να μην τρέφουμε αυταπάτες για το πόση σημασία δίδεται στους όρκους και τι σόι άνθρωποι ισχυρίζονται ότι μιλούν με Θεούς ή Παναγίες, διώκοντας άλλους ανθρώπους ως… επίορκους. Να διαπιστώνουμε με πόση αταραξία και κυνισμό μπορούν να μετατρέπονται, δεσμεύσεις, νόμοι, Συντάγματα, φρονήματα και υψηλές ιδέες σε παρωδία κι επίσημο, μεγαλόσχημο περίγελω. Και να καταλαβαίνουμε αυτόματα την κοροϊδία. Καθώς επίσης –το κυριότερο αυτό– να πιάνουμε στον αέρα με τη μία και τη διαφορά ανάμεσα στην ορκωμοσία και τη συνωμοσία.