Η γαρνιτούρα

Σκηνή από την ιστορική ταινία του Μάρκο Φερέρι «Το Μεγάλο Φαγοπότι». Ο Ούγκο Τονιάτσι ταΐζει τον Μισέλ Πικολί, ήδη σκασμένο από το φαγητό. Την πλάτη στον φακό έχει γυρισμένη ο Φιλίπ Νουαρέ.
◊
Για τις διάφορες μετρήσεις της Κοινής Γνώμης που βλέπουν τον τελευταίο καιρό το φώς της δημοσιότητας έχουμε ξεκαθαρίσει ότι διενεργούνται ακριβώς γι αυτόν τον λόγο –για να δουν το φως της δημοσιότητας. Παραγγέλονται για να δουν το φως της δημοσιότητας, χωρίς να συντρέχει λόγος, όπως προκύπτει από αυτές, και αμείβονται από εκείνους από τους οποίους παραγγέλονται. Πρόκειται για μια διαδικασία που, όπως έχουμε αποσαφηνίσει μέχρι ναυτίας, εντάσσεται στο πλέγμα των Διαπλεκομένων. Eίστε, νομίζω, ως μεγάλα παιδιά σε θέση να κρίνετε μόνοι σας κατά πόσον αυτά τους τα γνωρίσματα επηρρεάζουν τα «ευρήματα», αν δεν τα προκαταλαμβάνουν κιόλας. Μόνον συμπληρώστε το όλο σκηνικό με την παρατήρηση ότι η αγορά είναι νεκρή, και άρα κανείς δεν έχει χρήματα να πληρώσει, πλην του κράτους –ένας κρατάει το μαχαίρι, ο ίδιος και το πεπόνι.
Είναι όλοι όσοι παραγγέλουν διαπλεκόμενοι; Είναι όλα τα ευρήματα μαγειρεμένα; Χμ… Καλές ερωτήσεις… Το πράγμα έχει ως εξής:
Η φίλη μας η Τασία (υποθετικό), καλή νοικοκυρά και δεινή μαγείρισσα, χρυσοχέρα, μας καλεί για φαγητό στο σπίτι. Εμείς ανταποκρινόμαστε στην πρόσκληση ενθουσιωδώς, διότι τους αγαπάμε εκείνην και τον άντρα της, και γνωρίζουμε ότι φτιάχνει ένα καταπληκτικό ψητό (τα θυμάστε αυτά από τον παλαιό καλό καιρό;). Αγοράζουμε φυσικά μια τούρτα από το ζαχαροπλαστείο, μολονότι η Τασία θα έχει σίγουρα φτιάξει και γλυκό, διότι δεν πρέπει να πάμε με άδεια χέρια. Η σκέψη ότι κάποιος άλλος προσκεκλημμένος θα φέρει και αυτός τούρτα μας κάνει για μια στιγμή διστακτικούς: μια ανθοδέσμη για την οικοδέσποινα περνάει βιαστικά από το νου, ίσως ένα ποτό για τον οικοδεσπότη, αλλά τελικά δεν μας πτοούν οι σκέψεις αυτές, και παίρνουμε μια τούρτα –εξάλλου πεινάμε και την χαλβαδιάζουμε. Γίνεται αυτή δεκτή με διάφορα «δεν ήταν ανάγκη», ώσπου τελικά καθόμαστε μετά από λίγο στο τραπέζι, αφού έχουμε πιεί το ουισκάκι μας, με μπόλικους ξηρούς καρπούς για πρώτη δόση. Στο τραπέζι υπάρχουν απλωμένα: αντζούγιες, ρώσσικη, ελιές, πιπεριές Φλωρίνης, μερικά εδέσματα τουρσί και άλλα τέτοια διάφορα από τα χεράκια της Τασίας, ίσως και τζατζίκι, για να ανοίξει η όρεξη –εξ ου και ορεκτικά. Τρώμε από όλα αυτά, διότι πεινάμε, είπαμε. Είναι τα ορεκτικά η δεύτερη δόση μετά τους ξηρούς καρπούς. Στη συνέχεια, η Τασία έχει φτιάξει κάτι ανάμεσα σε σουφλέ και μακαρόνια ωγκρατέν – τέσσερα τυριά. Γευστικότατο –χοληστερίνη σε συσκευασία δώρου. Είναι η τρίτη δόση. Συνοδεύονται αυτά από δύο σαλάτες της Τασίας. Είναι η τέταρτη δόση για το στομάχι, που είναι ήδη υπερπλήρες. Μεσολαβεί πιθανώς και κάτι ακόμα, συν το ψωμί διαφόρων ειδών καμιά φορά, και τελικά καταφθάνει το περίφημο ψητό. Αυτό έχει στο πλάι πατάτες ψητές, πιλάφι με κουκουνάρια και σταφίδες, αρακά, και γλασαρισμένα τοματάκια. Είναι αυτά η πέμπτη δόση για το δύσμοιρο το στομάχι. Το ψητό που είναι στο πιάτο με τη σάλτσα του καταναλώνεται πια μόνο από τους πραγματικά κοιλιόδουλους, που δεν χορταίνουν με τίποτα. Είναι μεν πράγματι υπέροχο, αλλά δεν πάει κάτω. Άλλωστε, στην πρώτη πηρουνιά ακούγεται η προειδοποιητική φράση: «αφήστε χώρο και για το γλυκό!» Μετά ακολουθεί το φρούτο, (οι γαλλοτραφείς με τυρί και κρακεράκια) ενώ δυό τούρτες ζαχαροπλαστείου (η μία η δική μας) τοποθετούνται στο τραπέζι, και, βέβαια, μαζί τα δύο γλυκά της γλυκύτατης Τασίας. Αρχίζεις και νιώθεις σαν τον Μισέλ Πικολί στο «Μεγάλο Φαγοπότι». Με γουρλωμένα μάτια βλέπεις και κάτι σοκολατάκια που έρχονται σαν απόλυτος επίλογος. Αφού πιούμε και τα πούμε, χαιρετάμε και φεύγουμε. Περάσαμε πολύ όμορφα, και απολαύσαμε το ψητό στο οποίο οφείλουμε τον αρχικό μας ενθουσιασμό.
Το ψητό απολαύσαμε; Ποιο ψητό; Μα δεν φάγαμε ψητό! Πιθανόν να δοκιμάσαμε, αλλά δεν φάγαμε ψητό! Φάγαμε ξηρούς καρπούς, αντζούγιες, ρώσσικη, ελιές, τουρσιά, πιπεριές Φλωρίνης, σαλάτες, μακαρόνια ωγκρατέν, πατάτες, πιλάφι με κουκουνάρια και σταφίδες, αρακά, τοματάκια γλασέ, φρούτα, τούρτες, τα γλυκά της Τασίας που έπρεπε να τιμήσουμε όπωσδήποτε, σοκολατάκια, τον περίδρομο, αλλά ψητό δεν φάγαμε! Φάγαμε μόνο γαρνιτούρα… Και όμως θα το έχουμε να το λέμε: «Το ψητό της Τασίας πια…». Για τη γαρνιτούρα κουβέντα!
Τα μακαρόνια ωγκρατέν-σουφλέ, τα αναλύσαμε τις προάλλες με τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής στην ανάρτηση με τίτλο «Άντε καλέ…». Το ψητό όμως ποιο είναι; Το ψητό είναι ότι, σύμφωνα με τα «ευρήματα» ο λαός δεν θέλει εκλογές. Το συγκεκριμμένο αυτό «εύρημα» επανέρχεται σε κάθε πιάτο από τα χεράκια της Τασίας. Καθώς σκουραίνουν τα πράγματα, το Μαξίμου παρασκευάζει το σκηνικό ευθυνών, που θα ρίξει στους άλλους για το ενδεχόμενο να κινδυνεύσει η κυβερνητική συνοχή. Απειλεί ότι θα τους δείξει στον κόσμο ως κακούς.
Μαζί με το ψητό έρχεται και σαλάτα. Ποια είναι η σαλάτα; Η σαλάτα είναι ότι ο Συ.Ριζ.Α. δεν είναι έτοιμος να κυβερνήσει. Θα τα κάνει δηλαδή σαλάτα. Να φοβάσαι ψηφοφόρε! Δεν έχει σχέδιο! Ακούς;
Πάντως, αν θυμάμαι καλά, και αυτοί που κυβερνάνε τώρα, όπως και οι προηγούμενοι, είχαν σχέδιο· έτσι δεν είναι; Το διαλαλούσαν και το διατράνωναν ρητώς και απεριφράστως. Με στόμφο, ε;
Είχαν που λέτε σχέδιο… Είχαν… Eίχαν… Καλή μας χώνεψη!