Μια ωραία ατμόσφαιρα

by Sotos

melomakarona-001Είναι γιορτές. Εορταστικό το κλίμα. Το μήνυμα φθάνει σε όλους. Μέχρι τους πιο καταφρονεμένους. Μια κυρία παραπάνω, μια οργάνωση, ένα σωματείο, ένας σύλλογος, με ένα κομμάτι ψωμί, δύο κουραμπιέδες, κάτι ολίγα από τα ψίχουλα του Λαζάρου κι ένα χαρτόκουτο, που αχρείαστο δεν το λες, μεταφέρουν την είδηση· την σπέρνουν, την απλώνουν και την επιβάλλουν· πιεστικά, αναίτητα. Στο δρόμο, δίπλα από το παγκάκι, τούτες τις μέρες περνάει κάπως περισσότερος ο κόσμος. Ελέω Δημοτικού Συμβουλίου είναι πιο πολλά τα αναμμένα φώτα. Ελέω Α.Ε.Π.Ι., πιο πολλές οι μουσικές· γλιστράνε κάτω από τις χαραμάδες και τα πετσικαρισμένα παράθυρα. Η βουή των περαστικών, η φασαρία της νεολαίας που θέλει να το ρίξει έξω γιατί η Άνοιξη νικάει τον Χειμώνα από την εποχή του Μπιγκ Μπανγκ και των Υπερχορδών, τρυπάνε την κουρελού μαζί με το κρύο και την παγωνιά. Ο άστεγος έχει μουσαφιραίους. Όσο πιο κεντρικό το στέκι, τόσο πιο αρμένικη η βίζιτα. Μουσαφιρέους έχει και η κυρία Άρτεμις· κερνάει τη γειτόνισσα μελό και σπιτικά μελομακάρονα. Είναι, λέει πολύ καλύτερα αυτά, άσε που δείχνουν προκοπή και νοικοκυριό. Α μα πια, τα έτοιμα τις φάγανε· πα πα πα, μοντέρνες, οι ακαμάτισσες –μμμ… καλέ, παστρικιές και φαντασμένες…

Οι έμποροι, σε απόγνωση, χαρίζουν σακούλες. Παραγεμισμένες στα τοιχώματα από ζελατίνη με φυσσαλίδες, για να δείχνουν ογκώδεις. Έτσι και κάνει κάποιος ότι βγαίνει από μαγαζί κρατώντας κάτι στο χέρι, νομίζεις ότι το έχει σηκώσει ολόκληρο, αν και τι πήρε; Όλο κι όλο ένα μασούρι μέντες (γιατί άραγε;). Είναι κι αυτό μέρος του παραμυθιού. Πρώτη-πρώτη προσαρμόζεται η αγορά σε κάτι τέτοια. Ο πελάτης είναι κι αυτός συνεννοημένος: κυκλοφορεί σκυφτός και καμαρωτός-καμαρωτός, ταυτοχρόνως· σαν τον Κουασιμόδο. «Δεν υπάρχει ούτε μια ψυχή σε αυτή την πόλη που δεν είναι μέσα στο μυστικό και δεν έχει πάρει όρκο να μη το προδώσει», λέει στο κιτάπι του ο συγγραφέας. Η άδεια τσέπη μπορεί να ζητάει σιχτίρισμα, μπορεί να απορεί γιατί κόπασε ό,τι μέχρι χθες έδινε κι έπαιρνε, μπορεί πολλά, αλλά μάταια· στη θέση της έχει στρογγυλοκάτσει μια ιδιότυπη, εφήμερη ανακωχή. Η άδεια τσέπη κάνει αναγκαστική υπομονή και το ράβει. Κάθεται και περιμένει· θα έλθει η σειρά της να πει τα Κάλαντα. Σε μια εβδομάδα; Μια και κάτι; Άντε μετά τα Φώτα. Όταν θα σβήσουν, τέλος πάντων.

Δεν θα είμαι εγώ εκείνος που θα χαλάσει την ωραία ατμόσφαιρα· γιατί… όπως και να το κάνεις, είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα… Μας συγχωρείτε διακοπή, σε ασπρόμαυρη ελληνική ταινία σινεμασκόπ. Στο μπαρ του κινηματογράφου, κάτω από τη δεξιά σκάλα, η Κεντροαριστερά τρώει ποπ-κορν, για να ανασυντάξει τις δυνάμεις της· για το… μετά· κάποια στιγμή, για να τους προσέξει ο ταξιθέτης, σκύβουν τάχα μου κάτω από την… άλλη σκάλα και κουβεντιάζουν συνωμοτικά. Σότο βότσε με υπονοούμενα. Τι δεν καταλαβαίνετε; Σσς… βρίσκονται σε αναζήτηση συσκευασίας από πεντάγραμμο μεριά. Ει δυνατόν με ηχηρό όνομα. Όσο πιο μεγάλο το λαμόγιο, τόσο καλύτερα. Προλαβαίνουν-δεν προλαβαίνουν το ρεντίκολο· σε λίγο αρχίζει και πάλι το έργο. Πριν το Μέρος Βον έχει κι άλλο… Μικι-μάους: «Ο Φέθρυ Δημοσκόπος». Πολύ γέλιο.

Αλλά είπαμε: Δεν είμαι εγώ εκείνος που θα χαλάσει την ωραία ατμόσφαιρα. Να, που σε λίγο θα αφήσουμε κι εμείς τα πολιτικά… Θα κάνει το sotosblog, και αυτό, ό,τι έκανε πάντα τέτοιες ημέρες. Τι; Μείνετε μαζί μας· και θα δείτε!