Σπαρτιάτες, είλωτες και μαϊμούδες
by Sotos
Δεν γράφω ποτέ για το Πολυτεχνείο. Ακόμη και στις μέρες μας όπου σωρεύονται βαρυσήμαντοι λόγοι για να γράψει κανείς γι αυτό –στις μέρες μας όπου η Ελλάς ευρίσκεται εις τον γύψον, δεν γράφω. Πάρτε τη σιγή μου σαν ένα είδος προσωπικού φόρου τιμής. Αν θέλετε επιτιμήστε με, κατακρίνετέ με, αλλά είναι μια απόφαση ζωής –αν μου επέπρωτο να γίνω μια ημέρα ένας τόσο σπουδαίος άνθρωπος ώστε να δημοσιεύσω ακόμη και απομνημονεύματα, εκεί θα μπορούσε να βρει ο ενδιαφερόμενος την πλήρη καταγραφή των λόγων, που με είχαν οδηγήσει να λάβω αυτήν την απόφαση πριν από περίπου 33 χρόνια και οι οποίοι ισχύουν στο ακέραιο. Έτσι, γι άλλη μια φορά εχθές το τήρησα, όπως κάθε χρόνο· σήμερα, την επομένη της… επαιτείου δηλαδή, θα κάνω μια μικρή εξαίρεση –μικρή και μετρημένη.
Η εξαίρεση έχει αφορμή: Ένα πικρανάλατο κείμενο που κυκλοφόρησε στο Διαδίκτυο για την Εξέγερση του Πολυτεχνείου. Ένα κείμενο με Είλωτες και Σπαρτιάτες, με Σπαρτιάτες και Είλωτες… Φέρει την υπογραφή νυν βουλευτού Επικρατείας της Συμπολίτευσης ο οποίος… ήταν εκεί, λέει, αλλά δεν το εξαργύρωσε… Κ.τ.λ. κ.τ.λ. Δεν θα σας δώσω άλλες πληροφορίες, ούτε για το όνομα του συγγραφέα, ούτε για την ιστοσελίδα όπου δημοσιεύθηκε· ούτε για το τι ισχυρίζεται, διότι δεν επιθυμώ ούτε το κείμενο να διαφημίσω, ούτε εκείνον που το έγραψε, ούτε τίποτε. Δεν θα είμαι εγώ εκείνος που θα συμβάλει στην εκπλήρωση του κρυφού πόθου του «να συζητηθεί» -αν και η αλήθεια είναι ότι ο ίδιος θα προτιμούσε κάτι παραπάνω: να κάνει πάταγο, ας πούμε… Αλλά δεν έχει τέτοια φόντα.
Δεν θα σας αποκαλύψω τίποτε περισσότερο, λοιπόν. Σε όσων την αντίληψη υπέπεσε, υπέπεσε· και γνωρίζουν αυτοί σε τι αναφέρομαι. Θα συμπληρώσω μόνον ότι είναι ένα κείμενο που καλλιεργεί πολύ ύπουλα τη νοοτροπία του διχασμού και της παθητικής στάσης, με μοχλό τη φαντασιωτική και φαντασμένη έννοια του, άκουσον-άκουσον, τυποποιημένου ηρωισμού. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς σε τι εξυπηρετεί έναν βουλευτή Επικρατείας της Συμπολίτευσης μια τέτοια νοοτροπία. Σε τι και πόσο, όταν, επαναλαμβάνω, η Ελλάς ευρίσκεται εις τον γύψον.
Τότε, θα αντιτείνει κάποιος, αφού δεν εξηγείς τίποτε περισσότερο, γιατί κάθεσαι και ασχολείσαι· γιατί δεν αφήνεις να το πάρει αυτό το κείμενο ο άνεμος της Ιστορίας; Και να το πετάξει στην έρημο, όπου μάλλον ήδη βρίσκεται;
Απαντώ: Ασχολούμαι, διότι του χρειάζεται αυτού του κειμένου μια ετικέτα στη συσκευασία καθώς θα το παίρνει ο άνεμος. Και την ετικέτα αυτή του τη δίδει θαυμάσια ένα πολύ εύστοχο και φιλοσοφημένο γνωμικό· με αυτό το γνωμικό ως ετικέτα ας κάνει, λοιπόν, το ταξιδάκι του στον αγύριστο:
«Όσο πιο ψηλά ανεβαίνει η μαϊμού, τόσο φαντάζει ο πισινός της».
Είπον και ελάλησον και αμαρτίαν ουκ έχω.
Ασχετο, όπως θα έλεγε και ο Λάκης στους αείμνηστους Μήτσους: Ξέρει κανείς πότε θα γίνει αυτός ο πολυαναμενόμενος (σίγουρα από όλους μας, με κομμένη την ανάσα) ανασχηματισμός;
Να υποθέσουμε μες στην βδομάδα;
Ένας Επαίτης είναι πάντα απρόβλεπτος, δεδομένου ότι η αποτελεσματικότητά του εξαρτάται πάντοτε από άλλους…
Aγαπημένε μου φίλε,σήμερα θα σε στενοχωρήσω. Αντιλαμβάνομαι την τριακοντατριετή σιωπή σου για το Πολυτεχνείο. Το γεγονός ότι από τα 18 υιοθέτησες αυτή τη στάση, σου περιποιεί ιδιαίτερη τιμή, ως προς τη δυνατότητα αντιλήψεως των γεγονότων τουλάχιστον. Από την άποψη αυτή και ανεξαρτήτως του προσώπου του αρθρογράφου στον οποίο αναφέρεσαι, το επίμαχο άρθρο θεωρώ ότι είναι απολύτως ακριβές και ως προς τις διαπιστώσεις και ως προς τα συμπεράσματά του. Την ακρίβεια αυτή δεν μπορεί να του την αφαιρέσουν όσα άλλα, δικαίως ή αδίκως, αδιάφορο, θα μπορούσε να προσάψει κανείς στον συντάξαντα αυτό, στην πολιτική διαδρομή και παρουσία του. Γίνεται στ’ αλήθεια ενοχλητικά ανακόλουθο να διατυπώνονται από κάποιους απόψεις για τις οποίες ευλόγως θεωρούμε ότι κάποιοι άλλοι νομιμοποιούνται να τις εκφράσουν περισσότερο και κυρίως ακριβέστερα. Όταν όμως οι τελευταίοι σιωπούν ή αποσιωπούνται, κατάσταση λίαν συνήθης στην ιστορία μας, ας λέγονται κάποια πράγματα έστω κι έτσι.
Επί της παροιμίας που κάλλιστα θα μπορούσε να αποτελεί προμετωπίδα όλων των κτιρίων αυτής της χώρας ανεξαρτήτως του ποιούς και τι στεγάζουν, θα ‘χεις την ευκαιρία να την ξαναχρησιμοποιήσεις συντόμως γιά πολλούς και πολλά. Ευτυχώς στην πατρίδα μας γνωρίζουμε και από κώλους και από μαϊμούδες, συνεπώς δεν θα χρειάζεται να επεξηγείς κιόλας!
Υ.Γ. Σπαρτιάτες, είλωτες και…Μεσσήνιοι! Παιχνίδια που σκαρώνει η ποίηση με την ιστορία γιά την πολιτική, άμα θέλουν…
Η κριτική μου δεν είναι ad hominem. Δεν υποστηρίζω, δηλαδή, ότι επειδή είναι ο συγγραφέας αυτό που είναι, άρα ας αποδοκιμάζεται το άρθρο. Το άρθρο στηλιτεύω καθεαυτόν. Ίσως τούτο να μην κατέστη σαφές, επειδή δεν στέκομαι σχεδόν καθόλου στο επίμαχο κείμενο και τις θέσεις του για τους λόγους που εξήγησα στην ανάρτηση. Η κριτική μου επεκτείνεται προς το συγγραφέα ως δεύτερο βήμα, περίπου ως αναμενόμενο αποτέλεσμα -«κρα» άκουσα, «κόρακα» συνάντησα, όχι το αντίστροφο.
Σέβομαι την άποψή σου. Σε καλώ πάντως να κάνεις ένα επιπλέον πέρασμα, αυτή τη φορά όμως αξιοποιώντας το εργαλείο που θεωρώ ότι παρέσχον στον αναγνώστη με την ανάρτησή μου, δηλαδή το εργαλείο της έννοιας του «τυποποιημένου ηρωισμού» -που συνιστά και τη μόνη επί της ουσίας κριτική που ασκώ στο άρθρο από την εδώ ανάρτηση μη και διαλάθει εντελώς η ουσία του και οι ισχυρισμοί που αυτό προβάλλει, και να αποφύγω έστω στοιχειωδώς το ad hominem ολίσθημα, δεδομένου ότι δεν αναφέρομαι διεξοδικότερα στο κείμενο, αλλά περιορίζομαι μάλλον στο συγγραφέα…
Και μια διόρθωση: ήθελα να γράψω 23 και όχι 33, αλλά ο Δαίμων του Τυπογραφείου, βλέπεις… Το διευκρινίζω αυτό, όχι για να μετριάσω τις ερμηνείες που θα μπορούσε να γεννήσει αυτό το παρόραμα ως προς μιαν άποψη στην οποία τάχα κατέληξα ήδη από τα δεκαοκτώ μου χρόνια, αλλά διότι την τελευταία φορά που έγραψα -ήταν το 1989- χαρακτήρισα εκείνους που γράφουν -και όχι μόνον- για το Πολυτεχνείο ως «τυμβωρύχους» και έκτοτε επέλεξα να παραμείνω συνεπής ως προς την άποψη που είχα εκφράσει τότε μετά λόγου γνώσεως.
Reblogged this on ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ and commented:
Add your thoughts here… (optional)