Θέατρο στη σούβλα
by Sotos
(Σημ.) Αν δεν έχετε συγχωρητική διάθεση για το ύφος μου, σας παρακαλώ να μην διαβάσετε το κείμενο που ακολουθεί, διότι είναι οργίλο και θα με αδικήσετε με τα συμπεράσματά σας. Ξέρω τι σας λέω· το έχω πληρώσει αυτό το ύφος στη ζωή μου, αλλά, δυστυχώς, δεν μπορώ να κάνω τίποτε για αυτό. Έτσι έφθασα να χάνω τον ένα φίλο μετά τον άλλο κι έμεινα μόνο με τους ανεκτικούς ανθρώπους, που για κάποιο ανεξιχνίαστο λόγο επιμένουν να με λούζονται.
◊
Όταν πελαγοδρομούμε, τα παίρνω! Όταν πελαγοδρομούμε στο πέλαγος της ιδεοληψίας και της αμάθειας, βραχυκυκλώνω σε ένα είδος εσωτερικής ηλεκτροπληξίας των νευρώνων και χάνω την ψυχραιμία μου. Αυτή τη φορά με την ηλιθιότητα μιας «πώς τη λένε;», η οποία ξανασούβλισε τον Αθανάσιο Διάκο, για να το πλασάρει σαν πρωτοποριακό θεατρικό έργο, ενώ διάφοροι απίθανοι –που τους πληρώνετε εσείς, κυρίες και κύριοι– ονομάζουν την ψησταριά της Τέχνη. Ε, ας μιλήσουμε για Τέχνη!
Χρόνια τώρα στη χώρα μας, Τέχνη θεωρείται το περιεχόμενο. Ο κάθε ατάλαντος, ο κάθε παγκοσμίως άγνωστος, ο κάθε άτεχνος και κακότεχνος παίζει εκεί λιγάκι με το περιεχόμενο κι εμφανίζει τον εαυτό του σαν τον Μιχαήλ Άγγελο. Γνωρίζει ότι έχει να κάνει με ένα καλλιτεχνικά απαίδευτο κοινό -ας όψονται-, επαγρυπνά για τις κατάλληλες κοινωνικές συγκυρίες και μας το μοστράρει. Έτσι έχουν αναδειχθεί στα νταμάρια και τους τεχνοχώρους -τρομάρα μας- λογής-λογής περίεργοι τύποι ως καλλιτέχνες. Παληότερα ήταν πιο πρόσφορο για το συνάφι τους το κοινωνικό αίτημα· μετά που έπαψε να πουλάει αυτό, αντικαθιστάθηκε με την τεχνητή πρόκληση. Διαλέγουμε, δηλαδή, κάτι που θα προβοκάρει και κονομάμε· απλή η συνταγή και δοκιμασμένη.
Τι πάει να πει «περιεχόμενο»; Χμ… Μεγάλη συζήτηση, αλλά θα προσπαθήσω να την κάνω όσο σαφέστερη γίνεται.
«Μια φορά κι ένα καιρό, ήταν ένα κοριτσάκι που φορούσε μια πράσινη κάπα κι ένα πράσινο σκουφάκι. Αποφάσισε να πάει στη γιαγιά μια πίτα, που είχε φτιάξει η μαμά, αλλά έπρεπε να περάσει μέσα από το δάσος…» Σας ερωτώ: Αυτό το παραμύθι είναι «Η Πρασινοσκουφίτσα»; Όχι! Είναι «Η Κοκκινοσκουφίτσα», γραμμένη από ένα λαμόγιο. Έγινα κατάνοητός για την έννοια «περιεχόμενο»;
Λοιπόν, για να κάνεις κάτι καινούργιο στην Τέχνη, πρέπει να κάνεις κάτι καινούργιο στην τεχνοτροπία, στη μορφή, όχι στο περιεχόμενο! (Το επισημαίνω, επειδή η όλη συζήτηση περί Αθανάσιου Διάκου, το κακώς και κυρίως το καλώς της υπόθεσης, περισπάται στο όνομα της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας, ώστε δήθεν να αποστομώνονται από τους ειδήμονες οι… αδαείς, που αντιδρούν.)
Πειράζει, όταν κάποιος δεν καταφέρνει να κάνει κάτι καινούργιο στην Τέχνη; Χμ… Άλλη μεγάλη συζήτηση. Εδώ που τα λέμε, αν δεν είναι κάτι καινούργιο, κάτι πρωτοποριακό, δεν είναι Τέχνη, αλλά… τέλος πάντων… Όχι όμως να μας ψήσεις (στην ψησταριά σου) ότι είναι πρωτοπορία, άμα δεν είναι, γιατί δεν χάφτουμε. Αυτό το «δεν χάφτουμε» δεν το λέω εγώ· το λέει ένας μεγάλος καλλιτέχνης: «[…]Και δύσκολο στην πόλι εκείνην είναι και σπάνιο να σε πολιτογραφήσουν […]»
Ναι, αλλά κάνει κάποιο έγκλημα όποιος δεν πρωτοπορεί στην Τέχνη; Ε, όχι και σαν του Πάσαρη… Ούτε σαν του Επαίτη!.. (Μη με ξαναρωτήσετε ποιος είναι ο Επαίτης!) Όχι, δεν κάνεις έγκλημα. Όμως, αφού δεν μπορεί να κάνεις κάτι καινούργιο, ρε μπέμπα, μη ξανασουβλίζεις τον Αθανάσιο Διάκο. Αρκετό μεροκάματο έβγαλες πάνω στην τσίκνα του.
Και πάνω από όλα, μην νομίζεις ότι χάφτει κανείς! Μην το νομίζεις, ρε κορίτσι μου! Ούτε εσύ, ούτε αυτοί που μοιράζεσθε τις εισπράξεις. Άντε μπράβο!
Οι σπουδές γύρω από την τέχνη στην Ελλάδα προσπαθούν να οδηγήσουν τον μαθητή να αντιληφθεί πως αυτό που φαίνεται είναι το λουλούδι πάνω από ένα κοινωνικό υπόστρωμα. Είναι μόνο η κορυφή ενός παγόβουνου.
Οπότε βλέποντας την επίκαιρη τέχνη κάθε εποχή να μπορείς να αντιλαμβάνεσαι και το τι συμβαίνει στην κοινωνία.
Αυτή είναι μια προσέγγιση αρχαιολογική.
Όπως ο αρχαιολόγος προσπαθεί να ανασυστήσει μια εποχή σε εικόνα συνθέτοντας κάποια σπαράγματα, έτσι και σήμερα μέσω της τέχνης προσπαθούμε να κάνουμε ακριβώς αυτό. Να δούμε τι συμβαίνει στο εσωτερικό της κοινωνίας με κάποιο τρόπο, χωρίς όμως να γνωρίζουμε τι ψάχνουμε και σε ποιο Κανόνα θα πρέπει να είναι- αυτό που θα δούμε- για να αναγνωριστεί ως Ελληνική τέχνη.
Η έλλειψη ταυτότητας που λέγαμε προχθές εδώ είναι θεμελιώδης και συγκλονιστική. Το ερώτημα «τι είναι Ελληνικό» γνωστότερο ως ερώτημα της Ελληνικότητας -αν και δεν έχει τύχει ρητής διατύπωσης και απάντησης- εντούτοις διατρέχει όλο το ακαδημαϊκό κοινωνικό-πολιτικό και οικονομικό γίγνεσθαι από το τέλος της μεγάλης Ιδέας το 1922. Από εκείνο το σημείο και μετά η χώρα θα πέσει για μερικές δεκαετίες σε εσωστρέφεια (μεταξάς εμφύλιος) από την οποία θα βγει ακολουθώντας τον ευρωπαϊκό δυτικό δρόμο.
…
Θα σε πάω τώρα σε μια εικόνα. Θα σε βάλω να δεις από ψηλά
την τέχνη της εποχής μας, Φαντάσου την συνολικά και πετάμενη στο πάτωμα ενός δωματίου
καθώς θα κοιτάξεις και θα κινείσαι ανάμεσα θα δεις ότι κάποια έργα της σου κάνουν κλικ
σε κάποια σημεία της γίνεται κάποιο κλικ. Τα πιάνεις τα ψηλαφίζεις
Αυτά τα αντικείμενα με μια μας γίνονται οικεία και τα αναγνωρίζουμε ως τέχνη. Ανακαλύπτουμε μια συνέχεια με το παρελθόν.
Μέσω αυτών ανακαλύπτουμε πως ένας καλλιτέχνης έχει τραβήξει ένα σύνδεσμο με το Ελληνικό (διαπιστωμένα) παρελθόν. Έχει τραβήξει μια γραμμή που μας που συνδέει με το παρελθόν με ένα νέο τρόπο.
Σε εκείνο το σημείο δεν έχει σημασία το περιεχόμενο ή το αποτέλεσμα που έχει φτιάξει μέσα στην γκλάβα του ο καλλιτέχνης αλλά αυτή η σύνδεση ως γεγονός.
Η σύνδεση με τα προηγούμενα γενικότερα.
Δες τώρα Τσαρούχη και θα δεις μια σύνδεση με το παρελθόν ελιτίστικη και μοντέρνα.
Δες Θεόφιλο και θα δεις μια σύνδεση με το παρελθόν πιο «Λαική»
Δες Ν. Χατζηκυριάκο – Γκίκα. Και θα δεις πάλι μια επικοινωνία με το παρελθόν.
Η σύνδεση με το Διαπιστωμένα Ελληνικό στο παρελθόν είναι μια καλή αρχή για να φτιάξουμε μια σύγχρονη ταυτότητα. Έναν Κανόνα που θα ορίζει τι είναι ελληνικό.
Η επαφή με το παρελθόν με μια σύγχρονη ματιά και χρήση. Η επαφή που το αξιοποιεί είναι μια καλή βάση για να προχωρήσει η έρευνα.
…
Το έργο της καλλιτέχνιδας δεν το έχω δει αλλά θεωρώ ότι η σύνδεση με το «διαπιστωμένα ελληνικό με μια σύγχρονη ματιά και χρήση» είναι που την κάνει καλλιτέχνη και ενδεχόμενος να την οδηγεί σε κρατικές επιδοτήσεις.Γίνεται το κλικ που σου έλεγα
….
πάντως είναι πολλοί αυτοί που ψάχνουν γύρω μας.
«Περί ων πυνθάνεσθε, ουκ απαράσκευος ειμί» (Πλατ. Συμπ. 1α) -δηλαδή, για όσα ζητήματα βάζετε δεν είμαι απροετοίμαστος. Όμως, όπως στην αρχή του κειμένου, το οποίο τώρα σχολιάζουμε, ζήτησα κατανόηση για το ύφος μου, έτσι κι εδώ ζητώ κατανόηση για την αλαζονεία.
Υπάρχει απάντηση στο μέγα και ακανθώδες ζήτημα του «τι είναι Τέχνη Ελληνική», ως υποσυνόλου του ερωτήματος «τι είναι Τέχνη». Η απάντηση είναι απλή (!..), τεκμηριωμένη και θεμελιώδης. Δεν είναι δική μου. Τη διδάχθηκα. Μολαταύτα, ως ανεμένετο, δεν κυκλοφορεί ευρέως, παρά την ανυπολόγιστη αξία της. Ήρθε, λοιπόν, η ώρα της γι αυτό το μπλογκ, χάρη στις, κατά τη γνώμη μου, υψηλού επιπέδου σκέψεις σας.
Ένα εξαιρετικής τέχνης αγγείο, που φυλάσσεται σήμερα στο Μουσείο του Μονάχου, υπογράφεται από το δημιουργό του, Ευθυμήδη, με τη φράση «Ευθυμήδης Εποίησεν». Στη πίσω πλευρά προσθέτει «ως ουδέποτε Ευφρόνιος»! Δηλαδή, «εγώ ο Ευθυμήδης το έκανα αυτό, έτσι που δεν θα μπορούσε να το κάνει ποτέ ο Ευφρόνιος»! Το βάζει ο νους σας; Κι όμως. Ο Ιστορικός των Ιστορικών της Νεώτερης Ελλάδας, Κ. Σάθας, μάλλον αυτό θεώρησε χαρακτηριστικό γνώρισμα του λαού μας και το ονόμασε «φιλοπρωτία». Γυρίστε γύρω και δείτε το σε μορφή γνήσια και σε μορφή εκφυλισμένη. Χρησιμοποιείστε το ως εργαλείο και θα σας φωτίσει τα πάντα.
Με την κατά τα άλλα απρεπή φράση του Ευθυμήδη, λοιπόν, γεννήθηκε η έννοια της υπογραφής-δήλωσης πίσω από το έργο Τέχνης: «Αυτό εδώ είναι δικό μου, εγώ το έφτιαξα, δεν μιμήθηκα κανέναν και το έκανα καλύτερα από τους άλλους». Με αυτό ο πολιτισμός κάνει ένα τεράστιο άλμα: Σπάει πια τα δεσμά με το Μύθο, άρα τη συλλογικότητα στη δημιουργία, και περνάει στο Λόγο. Η Ελλάδα γίνεται έτσι Λίκνον του Πολιτισμού, ο οποίος θα ορίζεται εφεξής κατά μείζονα λόγο μέσα από ενυπόγραφα, προσωπικά επιτεύγματα. Το σύνολο αυτών των επιτευγμάτων συνθέτει στη διαδοχή και γενεαλογία τους εκείνο, που ονομάζουμε Ιστορία της Τέχνης -και όχι μόνον.
Αυτή η ενυπόγραφη Τέχνη, όπως την περιγράψαμε, είναι ως τέτοια Τέχνη Ελληνική. Έχει ιθαγένεια, αλλά δεν έχει υπηκοότητα. Υπό αυτήν την έννοια, ο Ραφαήλ κάνει Τέχνη Ελληνική όσο και ο Θεοτοκόπουλος, ο Σαίξπηρ όσο και ο Ευριπίδης, ο Μότσαρτ όσο και ο Δαμασκηνός ή η Κασσιανή ή ο Ρωμανός ο Μελωδός ή ο Σοφοκλής, Ο Μίες Βαν Ντε Ρόε όσο και ο Ξενάκης ή ο Ικτίνος, ο Φειδίας, ο Καλλικράτης, ο Ανθέμιος, ο Ισίδωρος, ο Μπρουνελέσκι, ο Βάλτερ Γκρόπιους και πάει λέγοντας, κάθε φορά με έναν νέο «ευρετή», που λέει και ο Πλούταρχος στο Περί Μουσικής.
Κάθε νέα υπογραφή αναγκαστικά διδάσκεται από τις προηγούμενες και διδάσκει τις κατοπινές, από τις οποίες εν τέλει κρίνεται ως Αναζήτηση του Ωραίου. «Δουλεύουμε εναρέτως δια τους κατοπινούς», λέει ο Καβάφης. Με τι κριτήρια θα μας κρίνουν; Αυτό είναι μια άλλη μεγάλη συζήτηση. Είναι μια συζήτηση, όμως, που δεν μπορεί παρά να εδράζεται στις έννοιες της πρωτοπορίας, της μορφικής καινοτομίας, της καλλιτεχνικής αρτιότητας κ.τ.λ. κ.τ.λ. Κάθε έργο Τέχνης, λοιπόν, ως επίτευγμα εκφράζει την εποχή του, όχι υπό την έννοια ότι περιγράφει κοινωνικές σχέσεις, δυνάμεις, δομές, ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο, αλλά υπό την έννοια ότι είναι αξεπέραστο στον καιρό του, κατά το βαθμό και την ποιότητα επεξεργασίας και αξιοποίησης των διαθέσιμων στην εποχή του μορφικών και μορφοπλαστικών δυνατοτήτων, ανοίγοντας έτσι νέους δρόμους και νέες τέτοιες δυνατότητες, ως υλικό για τους επόμενους.
Και η συλλογικότητα; Τι απέγινε με αυτήν; Χάθηκε;
Όχι, βέβαια. Ένα μέρος της απασχολεί Ανθρωπολόγους, ένα άλλο Κοινωνιολόγους κ.α. Κάτι από αυτήν υπεισέρχεται, πολύ αινιγματικά όμως και πάντα αόριστα και στην Ιστορία της Τέχνης, όπως την περιγράψαμε, αλλά είναι και τούτο μια μεγάλη συζήτηση αφ’ εαυτού του. Ένα κομμάτι της συλλογικότητας, πάντως, αφορά πράγματι στη καλλιτεχνική δημιουργία -η οποία, προσοχή εδώ, ακόμη και ως διακεκριμμένη συλλογική, δεν μπορεί παρά να φέρει κατά τη στιγμή της σύλληψής της, δηλαδή στο σημείο ένα, αναγκαστικώς κάποια πρώτη υπογραφή, που όμως πέρασε στην αφάνεια, υποτασσόμενη στο συλλογικό ήθος.
Η δική μας πληγωμένη κοινωνία (Επανάσταση του ’21, Μικρασιατική Καταστροφή, Μεταναστευτικά Ρεύματα, Αποκατάσταση της Δημοκρατίας κ.τ.λ.) είχε πολύ επείγουσες και εξαιρετικές ανάγκες, και έθαλψε ως αποτέλεσμα τη συλλογικότητα, ας πούμε σαν βάλσαμο, αλλά τούτα συνέβη να συμπέσουν με την προϊούσα επέκταση του αστικού εμπορίου. Μετά από τούτη την αλήθεια, μετά από αυτή τη σκληρή διαπίστωση, μπορούμε να μιλάμε πια για γνήσιο συλλογικό στοιχείο, όταν τούτο κατευθύνεται αποκλειστικά από το εμπόριο και τις δικές του βουλές και ανάγκες; Ίσως, αλλά μόνο κατά το μέτρο που αυτό το ίδιο το εμπόριο κατέλαβε τελικά όλη την κοινωνία, ώστε κατά παράφραση και διασταλτική ερμηνεία να θεωρείται αυτό πια ως συλλογικό γνώρισμα. Ιδού, λοιπόν, πεδίον δόξης λαμπρόν για κέρδη και καλλιτεχνική απάτη. Εξ ου και το κείμενό μου για το «Θέατρο στη Σούβλα». Κέρδη, δόξα και απάτη στο πιάτο και για «μελετητές» -Αρχαιολόγους τους βαφτίσατε; Δεν έχω αντίρρηση. Ίσα-ίσα, το θαύμασα- αλλά και, κυρίως, για «καλλιτέχνες». Όλα τούτα με διεθνείς προεκτάσεις, παρακαλώ. Διότι το εμπόριο δεν κατέλαβε μόνο εμάς… Άλλη μεγάλη συζήτηση…
Μέσα στην αοριστία, στον αχταρμά των κερδών, στα κουλουβάχατα της Τέχνης -εκ του Αραβικού κουλουάχατ=όλα ένα- ο Έλληνας καλλιτέχνης -πολλές φορές με ελληνική υπηκοότητα και πάντα με ελληνική ιθαγένεια- εργάζεται και δημιουργεί όσο πιο απερίσπαστος γίνεται -μην το συγχέουμε αυτό με, λ.χ., τη στοχευμένη λοιδωρία για τον Χριστόδουλο που… διάβαζε επί Χούντας, προς Θεού, θα δικαιώσουμε το άλλο άκρο της μεγάλης καλλιτεχνικής απάτης και θα ανοίξουμε μια συζήτηση περί στρατευμένης τέχνης που, όμως, δεν αντέχει πλέον σε σοβαρό έλεγχο. Έτσι, αυτός ο «Έλληνας καλλιτέχνης» εργάζεται και εδώ, αλλά και έξω από την Ελλάδα πολλές φορές, στην αφάνεια και την καταφρόνια. Για τον εδώ πονάω περισσότερο από τον έξω. Οι πονηροί, βέβαια, οικειοποιούνται ακόμη και αυτό τον πόνο, αιτούμενοι στο όνομά του να βγουν και αυτοί από την αφάνεια -με πρόκληση αν χρειασθεί -περίπου σαν τον ΓΑΠ που κυκλοφορεί ανά την υφήλιο κι εκθέτει το πρόβλημά μας σαν πρόβλημά του. Τι ζητεί; Τι ζητούν; Ζητούν μεροκάματο. Δεν θα έκαναν τίποτε για την Τέχνη, αν δεν υπήρχε αυτό. Οι άλλοι, οι αληθινοί καλλιτέχνες, εκείνοι που έχουν κάποια πιθανότητα να τους ρίξει η Τέχνη κάποτε ένα κάποιο βλέμμα, εργάζονται και δημιουργούν ανεξαρτήτως μεροκάματου -ήρθε η στιγμή και αυτής της αλήθειας!
Όμως, αυτά η Τέχνη τα γράφει, τελικά, στα παλαιότερα των υποδημάτων της. Για έναν πολύ απλό λόγο. Επειδή όση πρόσβαση και αν αποκτήσουμε στον όγκο της πληροφορίας, οι σελίδες της Ιστορίας της Τέχνης θα είναι πάντα πολύ περιορισμένες για να χωρέσουν τους πολλούς, ομοίως και το χρονικο όριο ζωής του ανθρώπου, και κυρίως το χρονικό όριο ζωής των σπουδών του καλλιτέχνη: Για να προλάβει να μάθει, θα πρέπει να μάθει μόνο τα κάλλιστα. Αν δεν μάθει τα κάλλιστα, τα πραγματικά καινοτόμα, θα είναι ελλιπής, στερημένος, κολοβός, αγκυλωμένος και χαμένος. Θα ήταν ίσως ευχής έργο να τα μάθει όλα, αλλά δεν περισσεύει χρόνος.
Κλείνω αυτή τη μακρηγορία, με την προσθήκη ότι ίσως σε αυτό το σπάσιμο με το Μύθο που ανέφερα να κρύβεται, όχι μόνο το μυστικό της σύγχρονης Τέχνης -υπο αυτή την έννοια, σύγχρονη Τέχνη είναι και η Κλασσική Ελληνική και η Βυζαντινή, όλες- αλλά, όπως υπαινίχθηκα στην αρχή, και το μυστικό του όλου Πολιτισμού γενικότερα. Αν έχω δίκαιο, τότε μια συζήτηση για την έννοια «Ελληνική Ταυτότητα» θα πρέπει να ξεκινήσει από εκεί. Εν πάση περιπτώσει, δεν μπορεί κανείς να την παραβλέψει. Αυτός είναι ο Παγκόσμιος Πολιτισμός, όσο κι αν ανθίσταται στη Δύση η Ανατολή στις μέρες μας. Άλλωστε, για να έχει και κάποιο νόημα η όλη αυτή φασαρία, όποιος στ’ αλήθεια ανθίσταται, δεν ανθίσταται στη Δύση, αλλά σε αυτή τη Δύση, όπως αυτή κατήντησε στα χέρια των διαβόλων. Φταίει γι αυτό η υπογραφή του Ευθημήδη; Φταίει ο αξονικός τομογράφος; Το αεροπλάνο; Το διαστημόπλοιο; Η Τζοκόντα;
Εμείς, αδύναμοι και ολίγωρες να υπερασπισθούμε τον εαυτό μας στο Δυτικό αίτημα, προτάσσουμε ως άμυνα -διάτρητη- μια τάχαμου Ανατολίτικη ιδιαιτερότητα -πράγματα νόθα, φαλκιδευμένα και έωλα. Με τον τρόπο, μάλιστα, που το κάνουμε, βλάπτουμε και την αλήθεια αυτής της ιδιαιτερότητας. Γιατί έχει και αλήθεια, δεν είναι όλη ψέμμα -αλλά δεν είναι δα και όλη η ταυτότητά μας, για όνομα του Θεού. Αναλογισθείτε: είναι πιο ελληνική μια Σμυρνέικη ζεμπεκιά από μια Κεφαλονίτικη καντσονέτα; Κι έτσι, μέσα στην αχλύ από το κατευθυνόμενο ήθος, μένει ως περιθώριο, σκιά «ελληνικής ταυτότητας», μόνο το κομμάτι, που αυγατίζει τα εύκολα κέρδη για τους επιτήδειους.
Ζητώ συγγνώμη αν σας κούρασα. Θα μπορούσα να γράφω για ώρες. Τα θέματα που άπτονται και προκύπτουν είναι πολλά και μεγάλα. Εύχομαι, τουλάχιστον, να σας διαφώτισα σχετικά με τις απόψεις μου, κάτι που δεν θα είχα την ευκαιρία να κάνω -ίσως να μην έμπαινα καν στον κόπο- αν δεν ήταν για το δικό σας σχόλιο, που με συγκίνησε με την αγωνία που μαρτυρεί, την ανησυχία, τον πόνο και την αγάπη για την Ελλάδα, την αγάπη για την αλήθεια, την έγνοια για το πώς έχειν των πραγμάτων. Και βοηθήθηκα από το σχόλιό σας, ίσως περισσότερο από όσο φαντάζεσθε. Κι εύχομαι να βρήκατε κι εσείς κάτι το ενδιαφέρον, από έναν άνθρωπο που έχει αναλώσει γι αυτά όλα μια ολόκληρη ζωή και που ευλογήθηκε να μπορεί να τα προσεγγίζει με το πρόσθετο προνόμιο της ιδιότητας του καλλιτέχνη -όσο άσημου. Γι αυτό και σας ευχαριστώ ειλικρινά.
Δεν με κουράζετε καθόλου! Μου αρέσει ο τρόπος που φαίνεται να χρησιμοποιείτε, ώστε να ανακαλύπτετε τα πράγματα σαν από πάντα να είναι εκεί και απλώς με μιας μας αποκαλύπτονται σαν έρθει ο καιρός τους.
Η ενυπόγραφη Τέχνη, ως Τέχνη Ελληνική είναι νομίζω «μη απάντηση» και το καταλαβαίνετε και εσείς. Μάλιστα γράφετε ότι έχει ιθαγένεια, αλλά δεν έχει υπηκοότητα. Εφόσον το διδαχτήκατε, αυτό είναι απόδειξη ότι το ερώτημα της ελληνικότητας δεν έχει απαντηθεί αλλά μόλις ψηλαφούμε την διατύπωση του από την όποια θα προέλθει η απάντηση.
Κι όπως αναζητώντας μια απάντηση αναζητούμε την αίρεση τον διαχωρισμό και την απομόνωση ενός σημείου από την παγκόσμια γνώση, έτσι και στο ερώτημα της ελληνικότητας η απαντήση θα έχει μέσα της την αίρεση και τον διαχωρισμό από το παγκόσμιο.
Αναζητώντας εκείνο το τμήμα της τέχνης που μας χαρακτηρίζει μέσα στο παγκόσμιο και μας κάνει «ελληνικό», προφανώς δεν μπορούμε να υιοθετήσουμε τα πάντα τα όποια είναι ενυπόγραφα. Πόσο μάλιστα να το κάνουμε αυτό επειδή έχουμε αρχαία προέλευση,.
Βεβαίως όλα όσα είναι σήμερα γύρω μας είναι μεταχειρισμένα από παλιότερους και από ακόμη πιο παλιούς -και όλα καταλήγουν στην Αρχαία Ελλάδα ή και σε άλλους πολιτισμούς της αρχαιότητας αλλά και ακόμη πιο παλιά. Προφανώς κάθε γενιά εξελίσσει τα παλιά χρησιμοποιώντας όλη την προγενέστερη γνώση.
Αλλά -καθώς δεν δυνάμεθα να βρούμε την απάντηση- η υιοθέτηση του όλου ενυπόγραφου έργου ως ελληνική τέχνη είναι ισάξιο σαν να ονομάζουμε όλες της θάλασσες του κόσμου Ελληνικές επειδή εφάπτονται στις δίκες μας και όσο να ναι… τα νερά μετακινιούνται ή τα έχουμε χρησιμοποιήσει και εμείς και τα αποβάλαμε.
Χρειαζόμαστε την αίρεση από το παγκόσμιο με την όποια θα πλαισιώσουμε τα σύμβολα μας, κάνοντας τα ταυτότητα. Προφανώς το Μπλε είναι παγκόσμιο χρώμα, αλλά το Μπλε σε ρίγες εναλλάξ με λευκό και σταυρό είναι ελληνικό όπως το μπλε σε στέγες άσπρων σπιτιών είναι της Σαντορίνης.
Αν τα δούμε όλα αυτά θα δούμε ποιοι είμαστε και από πού ερχόμαστε και αυτό θα μας δώσει την κατεύθυνση άλλα και τι πρέπει να κρατήσουμε με πείσμα τα χρόνια που έρχονται.
Η πολιτισμική ταυτότητα και βασικά η τέχνη, θα μας δώσει τους λόγους, για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε χωριστά από το παγκόσμιο. Δεν θα μας αφήσει να ενσωματωθούμε και θα αποτελέσει τμήμα του σχεδίου μας για το μέλλον. Αν δεν βρούμε τον λόγο για να υπάρχουμε θα ενσωματωθούμε και εμείς στην παγκόσμια Ιστορία όπως οι Φοίνικες ή οι Ετρούσκοι, έχοντας μεν παρουσία στο γίγνεσθαι της κάθε εποχής, μέσω της ελληνική γλώσσας και του Λόγου, άλλα όχι φυσική παρουσία.
Βεβαίως η Τέχνη όπως είπαμε δεν είναι παρθενογένεση, αλλά το λουλούδι πάνω από ένα υπόστρωμα. Για να παράξετε όμως ως καλλιτέχνης Ελληνική -με την έννοια της αιρετικής του παγκοσμίου- τέχνη πρέπει να υπάρχει το διακριτό υπόστρωμα. Όμως, ζούμε στην εποχή της εξομοίωσης και του δυτικοευρωπαϊκού μας (εκ)συγχρονισμού..
Για να μην χαθούμε και για να διαχωριζόμαστε εσαεί, για να μπορούμε να πηγαίνουμε και να «πλαγιάζουμε» με ξένους επιλεκτικά κρατώντας την τιμή και την υπόληψη μας ακεραια, πρέπει να βρούμε λοιπόν τι είναι ελληνικό, που βασικά είναι το ποιοι είμαστε και τι μας αρέσει. Και σε αυτό το ερώτημα έδωσα τον κανόνα προς συζήτηση.
«Η σύνδεση με το Διαπιστωμένα Ελληνικό στο παρελθόν είναι μια καλή αρχή για να φτιάξουμε μια σύγχρονη ταυτότητα. Έναν Κανόνα που θα ορίζει τι είναι ελληνικό. Η επαφή με το παρελθόν με μια σύγχρονη ματιά και χρήση. Η επαφή που το αξιοποιεί είναι μια καλή βάση για να προχωρήσει η έρευνα.»
Αν αφαιρέσουμε το μοντέρνο (εκ)σύγχρονο και το copy paste από την ζωή μας, από τις πόλεις μας από την ΤV, θα βρούμε την καλαισθησία και θα μπορέσουμε κρατήσουμε διακριτή τέχνη, τεχνική, τεχνοτροπία. Δηλαδή συνολικά διακριτή σκέψη.
Και εάν συμβεί αυτό μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα έχουμε φυσική παρουσία και στο μέλλον.
…
Προφανώς θα υπάρχει εμπορευματοποίηση σε όλα. Ζούμε σε καπιταλιστική ατομική εποχή. Προφανώς ο καλλιτέχνης στοχεύει στην αναγνώριση και στο μεροκάματο και προφανώς το εμπόριο δεν κατέλαβε μόνο εμάς…
Θα κοιτάξω να δω πως θα το εκμεταλλευτώ ως χώρα… Αφού οπλίσω τον Έλληνα καλλιτέχνη, ίσως θα τον στείλω εκεί έξω να κάνει την παρουσία μου διακριτή από το παγκόσμιο. Ίσως ακόμη, αν βρω που είμαι και που θέλω να φτάσω, να γίνω ένας μαικήνας των τεχνών, προσελκύοντας διαφόρους γνωστούς για να προβάλουν αυτό που έχω.
Άλλη μεγάλη συζήτηση…
Χρειαζόμαστε μια ολόκληρη αφήγηση αλλά πρώτιστα χρειαζόμαστε τέχνη. Μπορεί το υπόστρωμα που έχουμε να παράξει ελληνική τέχνη; Πόσο πρέπει να περιμένουμε για να γίνει αυτό;
Όσο δεν συμβαίνει τόσο μένουμε σε «κρίση»
Θα προσπαθήσω να μη σταθώ σε επι μέρους διαφωνίες μας. Είστε ένας άλλος άνθρωπος και κάπως πρέπει να εκδηλώνεται αυτό. Το σέβομαι. Θα προσπαθήσω να σταθώ μόνο σε ό,τι θεωρώ ότι, διαφωνώντας, απειλείται η κοινή βάση της συζητήσεως.
Ασφαλώς και κάθε τι είναι αναγώγιμο στο παρελθόν του. Παραγνωρίσατε, όμως, νομίζω, ότι απομόνωσα μια εξαιρετική στιγμή σε αυτή την ατελείωτη διαδρομή αίτιου και αιτιατού, που επιτρέπει να ιχνηλατείται το κάθε τι στο παρελθόν του. Αναφέρομαι στην εντελώς ξεχωριστή, γενεσιουργό θα έλεγα, ιστορική στιγμή, κατά την οποία το ανθρώπινο επίτευγμα απέκτησε υπογραφή και έγινε προσωπική δημιουργία. Το ότι το διδάχθηκα δεν αντιλαμβάνομαι σε τι διαφοροποιεί τα πράγματα. Τα μόνα πράγματα που δεν έχω διδαχθεί είναι οι αυτοματοποιημένες λειτουργίες του σώματός μου. Και από αυτές κάποιες μπόρεσα να τις ελέγχω, χάρη σε ό,τι διδάχθηκα -πιστεύω κι εσείς το ίδιο, όπως και πολλοί άλλοι.
Τη χαρακτηρίζω ως ιστορική στιγμή και της προσδίδω μεγάλο και μοναδικό βάρος αίρεσης, διότι δεν εντοπίζεται πουθενά, πριν από την Αρχαία Ελλάδα -πουθενά -κάποια σκόρπια και αμφίβολα σπαράγματα, ίσως, και οπωσδήποτε τραβηγμένα, αλλά πάντοτε επιστημολογικώς ετεροχρονισμένα, επειδή δηλαδή μάθαμε στη συνέχεια ως τέτοια να τα αναζητούμε. Στην Αρχαία Ελλάδα όμως είναι το νενομισμένο, όχι η εξαίρεση.
Δεν είμαι ούτε αρχαιολάγνος, ούτε ελληνόληπτος. Το αναφέρω ως ιστορικό εύρημα. Το βρίσκουμε στο Βυζάντιο, στην Αναγέννηση, γενικά το βρίσκουμε πια παντού. Σήμερα σκοτώνονται στα δικαστήρια γι αυτό. Άρα είναι απάντηση και όχι ταυτολογία και «μη απάντηση».
Ζητάτε κάτι ακόμη πιο ειδοποιό, μια αίρεση από το παγκόσμιο η οποία θα ξεχωρίσει το σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό στό σημερινό οικουμενικό γίγνεσθαι; Καλά κάνετε. Δεν μπορεί και δεν πρέπει όμως να γίνει όπως λέτε, διότι η Τέχνη είναι φύσει ελεύθερη, ενώ αυτό που ζητάτε είναι στρατευμένο. Η στρατευμένη Τέχνη, κάθε και όποια στρατευμένη Τέχνη δεν είναι ελεύθερη.
Ομοίως με το εμπόριο, όπως αντιλαμβάνεσθε. Διότι και αυτό επιβάλλει τους όρους του. Τέχνη υπό εξωγενείς όρους δεν είναι Τέχνη.
Δεν σας ανταγωνίζομαι. Σας καλώ να δείτε, από αυτά που λέω, τα προφανή. Μη διστάζετε, επειδή μοιάζει να τα παρουσιάζω σαν να ήταν πάντα εκεί. Ήταν πάντα εκεί και θα είναι. Αν είναι Τέχνη.
Κι αν είναι Τέχνη, όπως σωστά επισημαίνετε, τότε θα «πλαγιάζουμε» ως ίσος προς ίσον εντίμως και ασυμπλεγμάτιστα -όπως τόσοι και τόσοι σπουδαίοι Έλληνες καλλιτέχνες, που θαυμάστηκαν από το καλλιτεχνικό στερέωμα και τους συναδέλφους τους, οι οποίοι, ως συνειδητοί Έλληνες πια και αυτοί -το κατάλαβαν στοχαζόμενοι τη δημιουργία τους -άπειρες οι μαρτυρίες-, μολονότι αλλοδαποί, «κατάπιναν», ε, και με λίγο ανομολόγητο φθόνο, την λίγη παραπάνω ελληνική ταυτότητα, που ήσαν αναγκασμένοι εκ των πραγμάτων να παραδεχθούν, όταν ήταν ενός Έλληνα το έργο που αξίωνε το θαυμασμό τους. Ονόματα υπάρχουν και το γνωρίζετε.
Με αυτή την ιδέα περί Τέχνης, επαναλαμβάνω, όπως πολύ σωστά επισημαίνετε, μπορούμε και αξίζει πράγματι να ξεκινήσουμε. Και πράγματι, όπως λέτε, έχουμε αργήσει και πράγματι, όπως λέτε, όσο αργούμε θα έχουμε κρίση.
Συμφωνούμε στα ουσιώδη που είναι κυρίως τα μελλούμενα. Διαφωνούμε στα τις προελεύσεως και όσα άπτονται στο γνωστικό πεδίο του καθενός και επειδή μιλάμε για τέχνη αποδέχομαι πως έχετε το πρωτείο. Η κουβέντα θεωρώ ότι μπορεί να συνεχιστεί καθώς δεν απειλείται η κοινή βάση της συζητήσεως.
Δεν σας αντιστρατεύομαι απλώς η απάντηση ότι το ελληνικό είναι παγκόσμιο δεν με βοήθα να συνεχίσω το συλλογισμό μου αναζητώντας την αίρεση από το παγκόσμιο που θα με οδηγήσει στην ταυτότητα.
Βοηθήστε με
Όπως είπατε η αναζήτηση της ταυτότητας μας ξεκινώντας από την τέχνη και η «τόνωση» αυτής της ταυτότητας ίσως θα μας οδηγήσει σε στρατευμένη τέχνη. Μπορεί να γίνει και έτσι
Μπορεί όμως έχοντας τον κανόνα μου να επιλεγώ τι θεωρείται ελληνική τέχνη ανεξάρτητα από το τι παράγει ο καθένας ελληνόφωνος καλλιτέχνης. Είπαμε προχθές ότι αυτό το κανόνα (όχι μόνο στην τέχνη) αυτή την στιγμή το έχουν ξένοι οι όποιοι κρίνουν τι είναι ελληνικό και εμείς το αποδεχόμαστε. Κι συμφωνήσαμε ότι αυτό μας ενοχλεί. Γιατί λοιπόν να μην παρουσιάσουμε εμείς έναν κανόνα μέσα από ένα συλλογικό καλλιτεχνικό φορέα ;
Κανόνας ο οποίος προφανώς θα προκαλεί διαίρεση από το παγκόσμιο και θα αποτελεί πρόπλασμα ταυτότητας.
Αντιλαμβάνομαι φυσικά ότι σταδιακά η τέχνη που έχω κατά νου θα διαχυθεί προς τα κάτω σαν ρεύμα συμπαρασύροντας τα πάντα και εισάγοντας μια νέα αισθητική, ενώ κανονικά θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο και η τέχνη να αποκαλύπτει τα όσα συμβαίνουν στο υπόστρωμα.
Και μάλλον αυτό είναι η στρατευμένη τέχνη. Αλλά γιατί είναι κακή στην περίπτωση μας;
Προς Θεού, ούτε εγώ σας αντιστρατεύομαι. Ακόμη κι αν το είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου, δεν θα το διακινδύνευα, δεδομένης της προσδοκίας που εκπροσωπείτε για μένα ως σκεπτόμενος άνθρωπος -σας είχα ζητήσει, μάλιστα, ρητώς, αν θυμάστε, εγώ ο ίδιος, να ξεκινήσουμε κάτι τέτοιο πιο οργανωμένα. Θεωρώ ότι έγινε μια θαυμάσια αρχή.
Κανένα πρωτείο δεν ζητώ, ούτε και θεωρώ ότι δικαιούμαι, αλλά, πάντως, σας ευχαριστώ που, ωστόσο, είστε πρόθυμος να το αναγνωρίσετε, διότι έτσι πιστοποιείτε το ποιόν του ανθρώπου που είχα υποπτευθεί. Ίσως παρανοήσατε την επιθυμία μου να ακουσθεί επιτέλους και η αθώα φωνή του καλλιτέχνη, μέσα στις τόσες των ασχέτων ως προς την γνώση, εμπειρία και αληθινή αγάπη για την Τέχνη, καθώς και των υπόπτων ως προς τις προθέσεις και τα σχεδιαζόμενα.
Νομιζω ότι η συζήτηση έχει ήδη ξεκινήσει και δη πάνω σε μια θαυμάσια βάση. Είμαι πρόθυμος να σας βοηθήσω περισσότερο από όσο μου ζητάτε, εκ προοιμίου βέβαιος για το ανάλογο αντάλλαγμα από πλευράς σας. Τα άλλα «θα τα βρει η υπηρεσία». Σας ευχαριστώ πολύ γι αυτή την εξαιρετική επικοινωνία.