Ουαί τοις ηττημένοις

by Sotos

Περίφημο έργο του Ρενέ Μαγκρίτ που απεικονίζει μια πίπα, αλλά με τη λεζάντα «Αυτό δεν είναι μια πίπα».

Ένα εντελώς απρόσκλητο και ακατονόητο  συναίσθημα συμπόνοιας, κάτι σαν νοσηρή φιλευσπλαγχνία, νιώθω να νικά την ψυχή μου, για τον απίθανο με το μουστάκι και την ταμπλέτα, την ώρα που διαβάζω την τελική συμφωνία του Ελληνικού Δημοσίου με τη Siemens. Μέσα στην αλλόκοτη αυτή συναισθηματική πλημμυρίδα, αφήνομαι σε έναν ανεξέλεγκτο συνειρμό και ο νους μου πάει  στα λόγια του ποιητή: «Τις οίδε τι ελπίδες είχε στηρίξει το ροδόξανθο αυτό αγγελούδι στην έκβασι του παιχνιδιού! Τις οίδε, τι ευχές, τι πόθοι, τι λαχτάρες, προέπεμπαν με όλην την δύναμιν της καρδούλας της τούτη την μπίλλια; Τις οίδε με ποίους οιωνούς, με πόσους απόκρυφους συμβολισμούς, αντιστοιχούσε το παιχνίδι τούτο με την Τύχη!»

Ο συνειρμός με πάει λίγο πίσω στο παρελθόν. Θυμάμαι μια σκηνή από το όλον Έπος, που είχε ανεβάσει επί σκηνής το Μπουλούκι του Εννέα. Αναπολώ μια Σκηνή από την προτελευταία Πράξη. Στο προσκήνιο είναι, ακόμη τότε, ο θεληματικότερος όλων των συντελεστών της παράστασης, ο πολύς Χάρης Παμπούκης. Τον βλέπω ανεβασμένο στο βήμα της Βουλής. Αγορεύει και αφήνει άφωνο το φιλοθέαμον κοινό, με την εξής αμίμητη αποστροφή: «η σημερινή Siemens δεν είναι η ίδια· είναι μια άλλη Siemens».

Τώρα πάλι τον βλέπω μπροστά μου, αλλά στο σήμερα. Μπαίνω στο μυαλό του και ακολουθώ τις έλικες του εγκεφάλου του. Σε κάποια στιγμή, η διαδρομή αυτή με οδηγεί μέσα από ένα λαβύρινθο και τελικά ακριβώς πίσω από τα μάτια του. Διαβάζει; Ναι, διαβάζει. Προσπαθώ να διακρίνω τι. Τα καταφέρνω με δυσκολία γιατί η εικόνα είναι θολή. Δεν μπορώ να καταλάβω το γιατί. Σε κάποια στιγμή το οπτικό πεδίο καθαρίζει. Βλέπω κι εγώ μέσα από τις κόρες του εκείνο το μέρος της συμφωνίας με τη γερμανική πολυεθνική το οποίο προβλέπει, από το πενιχρό σύνολο, την καταβολή εκ μέρους της εταιρείας «90 εκατομμυρίων  ευρώ, για μια περίοδο πέντε ετών, για τη χρηματοδότηση φορέων που υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και έχουν ως σκοπό την καταπολέμηση της διαφθοράς, της απάτης και του ξεπλύματος χρήματος.» Ανεπαίσθητα αντιλαμβάνομαι ότι ένας φθονερός θαυμασμός κάνει το βλέμμα του να γίνει πολύ σκληρό. Στα χείλη του διαγράφεται το απόκοσμο χαμόγελο της ήττας. Γέρνει πίσω στην πολυθρόνα και τον ακούω να μονολογεί αργόσυρτα και με έμφαση στις συλλαβές: «Α, ρε βλάκα!»

Και ξαφνικά, σηκώνεται απότομα. Κλείνει το ραδιόφωνο που σιγόπαιζε μέχρι εκείνη την ώρα. Το τραγούδι του Λέναρντ Κοέν «First We Take Manhattan, Then We Take Berlin» διακόπτεται στη μέση. Πηγαίνει προς τη βιβλιοθήκη και τραβάει από το πάνω ράφι ένα βιβλίο. Ένα στην τύχη. Δεν τον νοιάζει. Όποιο συμβεί να πιάσει στην απλωσιά του. Κοιτάζει τον τίτλο: «Τα χωριά του Ποτέμκιν».

Για φαντάσου…

Σημ. Η συμφωνία με τη Siemens, συμφωνία-υπόδειγμα πολιτικού όνειδους, αλλά και βίζας για το Βερολίνο εδώ.