Νομιμότητα και Δημοκρατία
by Sotos
Η Δημοκρατία δεν είναι μια μορφή διανθισμένης Δικτατορίας, υπο την έννοια ότι κάθε τόσο καλούμεθα να ψηφίζουμε για να αναδείξουμε την πλειοψηφία, η οποία θα μπορεί να κάνει ό,τι θέλει μέχρι την επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Η Δημοκρατία είναι ένα ζωντανό πολίτευμα με δρώσες όλες τις δυνάμεις που την συναποτελούν. Εξ ου και είναι προτιμότερο και ακριβέστερο να αναφερόμαστε στη Δημοκρατία μάλλον ως διαρκές αίτημα, παρά ως πολίτευμα. Ως πολίτευμα είναι διαρκώς εξελισσόμενο και αποτυπώνει πάντοτε σε κάθε ιστορική στιγμή το βαθμό προόδου ή υποχώρησης του αιτήματος για Δημοκρατία.
Η θέση ότι ο τάδε ή ο δείνα εξελέγη, άρα αυτός έχει και το πεπόνι και το μαχαίρι, ενώ οι υπόλοιποι απλώς το λούζονται, είναι μια θέση κίβδηλη που καταχράται τη λαϊκή πηγή της εξουσίας. Κατά τη γνώμη μου, οι καλές πένες που βλέπω να επικαλούνται την αρχή της νομιμότητας, παρασύρονται από την ανάγκη να δοθούν λύσεις στο σημερινό κατάντημα και παραβλέπουν την ουσία της Δημοκρατίας. Η αρχή της νομιμότητας δεν επαρκεί για να λύσει τα χέρια μιας κυβέρνησης· και είναι υποδεέστερη της Δημοκρατίας, εξ ου και η Δημοκρατία καλεί σε αμφισβήτηση τη νομιμότητα, που τολμά να επιβάλλει όποιος την προσβάλλει.
Υπάρχουν ρητά, αλλά και άρρητα όρια στην έκταση της άδειας που εκχωρείται στην πλειοψηφία. Παραδείγματος χάριν, μια κυβέρνηση πλειοψηφίας δύο τρίτων στη Βουλή η οποία καταφέρνει και ανανεώνει τη θητεία της πάλι με μια τέτοια ισχυρή πλειοψηφία, ώστε να φέρει ακόμη και το Σύνταγμα στα μέτρα των επιδιώξεών της, δεν έχει δικαίωμα να πουλήσει τον Παρθενώνα. Ή ένα απλούστερο παράδειγμα, που δεν εμπλέκει το Σύνταγμα: μια κυβέρνηση, ακόμη και ισχυρής πλειοψηφίας, δεν μπορεί να πουλήσει τον Όλυμπο. Τόσο σε ατομικό, όσο σε συλλογικό και θεσμικό επίπεδο λογαριάζεται η διάκριση ανάμεσα στο νόμιμο και το ηθικό.
Επιπλέον, όταν ο εκλογικός νόμος έχει και πρόδηλα καλπονοθευτικά χαρακτηριστικά, όπως το μπόνους των 50 εδρών, τότε οι άρρητοι περιορισμοί στην άδεια που διαθέτει η κυβέρνηση αυξάνονται. Διότι ο μεν εκλογικός νόμος θεσπιζεται στο όνομα της ανάγκης για τη συγκρότηση κυβέρνησης, αλλά η έκταση της αδείας που δίδεται δυνάμει μιας τέτοιας ρύθμισης δεν μπορεί να υπερβαίνει εκείνην που εδίδετο επί μακρόν υπό φυσιολογικότερες συνθήκες. Η αφηρημένη αιτίαση ότι όσα δεν έγιναν μέχρι τώρα είναι που μας οδήγησαν στο σημερινό κατάντημα, άρα ένα μπόνους 50 εδρών θα μας σώσει από όλο το φαύλο παρελθόν μας, είναι περιφρόνηση της Δημοκρατίας· ειδικά όταν δεν τηρούνται τα όρια· και βιάζει το λαό, ομού κι εκείνους ανάμεσά του που δεν το εκλαμβάνουν ως βιασμό. Κι έτσι αναφύονται αναπόφευκτα τα συγκρουσιακά χαρακτηριστικά, καθώς, όπως άριστα επισημαίνει ο Αριστοτέλης, «ο γαρ νόμος ισχύν ουδεμίαν έχει προς το πείθεσθαι παρά το έθος.»
Αλλά, ακόμη κι αν συμμορφωθούμε προς την πρωτοκαθεδρία της ψυχρής νομιμότητας, δεν θα έπρεπε να συνυπολογίσουμε ότι η υπόληψη του νόμου στα μάτια του πολίτη είναι πολύ χαμηλή; Η ευθύνη εδώ βαραίνει μάλιστα την Πολιτεία, με τη μνημειώδη καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης, τις υπόγειες διαδρομές μεταξύ των κατ’ επίφαση ανεξάρτητων εξουσιών, την προνομιακή μεταχείριση των ισχυρών από τις νομοθετικές και άλλες ρυθμίσεις, το καθεστώς εξάρτησης της εφαρμογής των νόμων από υπουργικές αποφάσεις, την έκδοση των τελευταίων σε πελατειακή βάση, αλλά και τη γενική αφλογιστία τους στα συρτάρια μιας κομματικά ελεγχόμενης γραφειοκρατίας κ.τ.λ. κ.τ.λ. Γι αυτό άλλωστε θάλλει η διαφθορά, η οποία ανθίσταται διότι εμφανίζεται στα μάτια του πολίτη ως εναλλακτική άμυνα επιβίωσης απέναντι στη διεφθαρμένη εξουσία –ο νόμος δεν θεωρείται πια από τον Έλληνα ότι τάσσεται με το μέρος του αδυνάμου. Αυτόν το διαβολικό χορό σέρνει η κατάργηση των εργατικών δικαιωμάτων και ακολουθεί μια εν τοις πράγμασι αρνησιδικία για την υπεράσπισή τους. Νομίζουν όσοι επικαλούνται τη νομιμότητα ότι μπορούν να το κάνουν επιλεκτικά; Αλα καρτ;
Μήπως, λοιπόν, η όλη συζήτηση περί νομιμότητας και περί της σχέσης της με τη Δημοκρατία είναι ουσιαστικά μια μεταμφιεσμένη συζήτηση για την ανάγκη αλλαγής νοοτροπίας, που ήλθε η ώρα να αλλάξει διότι αυτή κρύβεται τελικά πίσω από όσα δεν κάναμε και φθάσαμε εδώ που φθάσαμε; Αν ναι, τότε ποιος την έχει αναλάβει μια τέτοια συζήτηση; Τα Μ.Μ.Ε., που ελέγχονται νομικώς, ηθικώς κ.τ.λ.; Το αυτιστικό σύμπλεγμα των ακαδημαϊκών θεσμών και προσώπων; Ή η ίδια η εξουσία κατά το Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει;
Μπα… Απλώς παιγνίδια εξουσίας. Νομιμοφάνεια, καιροσκοπισμός, εύθραυστες και ιδιοτελείς κυβερνητικές ισορροπίες κι εκβιασμοί, με κληρονομημένη την αχρεία επωδό της σωτηρίας της χώρας, ανεπίτρεπτη ταύτιση της εξουσίας με την πατρίδα, ειδικά σε περίοδο κρίσης και απλές μέθοδοι πειθαναγκασμού. Πειθαναγκασμός και φυσικοθεραπεία βίας με κίνδυνο τη μόνιμη αναπηρία.
Ως προς τη νομιμότητα, λοιπόν, τζίφος. Ως προς δε το πολίτευμα; Σκέτη καρικατούρα. Ευτυχώς, με ημερομηνία λήξης βραχύτατη. Δυστυχώς, βέβαια, με κάποιες πρόσθετες ζημιές στο μεσοδιάστημα, ωσάν να έχουμε περιθώρια για απώλειες.