Ξόρκι της σιωπής
Ελεγεία του ιεροφάντη της κιθάρας Ωγκουστίν Πίο Μπάριος Μανγκορέ, από την Παραγουάη: «Ένα Πρόσφορο για την Αγάπη του Θεού».
↓
Είναι αργά που γράφω τούτες τις αράδες. Η νύχτα με τις ορμήνειες της με ξυπνάει. Ήχος της είναι η σιωπή μες τη βουή των γεγονότων και τη χάβρα. Μωρέ! Παρά τα τόσα και τόσα λόγια, ούτε μια κουβέντα γνήσιας έγνοιας για τους εξοντωμένους δεν άκουσα από τα χείλη, τα χορτασμένα και αχόρταγα. Έστω δυό λέξεις ευπροσήγορες, πονετικές, σαν από χαραμάδα, σαν από μια μικρή σχισμή όπου νικήθηκε για λίγο η φιλαυτία και η καταφρόνια. Για λίγη σεμνότητα, για λίγο φόβο Θεού. Πλάι, στο δρόμο, στο παγκάκι, εκεί γύρω από ένα κάδο απορριμάτων κείνται καθημαγμένοι οι αμέτοχοι, ράκη κι έρμαια.
Τουλάχιστον δύο μεγάλα ξένα τηλεοπτικά δίκτυα γνωρίζω ότι κάνουν αυτή την ώρα έρευνα για την ανθρωπιστική κρίση, που έχει ξεσπάσει στη χώρα μας. Όταν τους μιλήσεις ρωτούν απορημένοι γι αυτή τη μεγάλη σιωπή και λένε ότι η Κοινή Γνώμη στην Ευρώπη σε αυτό το δράμα έχει στραμμένο το βλέμμα της, στους τενεκέδες πίσω από τις κουίντες. Κι εμείς ακούμε μόνο βόλια, ξυραφισμένα από βαλέδες, παληάτσους και λιμοκοντόρους στη σκηνή.
Αναμασάμε το στερεότυπο και χανόμαστε στο λάθος, που τόσο εύκολα επισείουμε ως νάναι το σωστό: Κοιτάζουμε το δάσος και χάνουμε το δένδρο! Έτσι, ο πίνακας των ποσοστών και των συγκρίσεων αποκαλύπτει με ανατριχιαστική ακρίβεια ένα αδίστακτο, πανικόβλητο κυνισμό· ένα άγριο ένστικτο· την περιχαράκωση όσων ακόμη αντέχουν, όσων σιωπούν και κρύβονται στο δάσος. Γνωρίζουν τρέμοντας ότι έρχεται η σειρά τους και πασχίζουν να το ξορκίσουν. Δεν έριξαν ψήφο, ξόρκια έκαναν. Μαγγανείες, που δεν πιάνουν…
Αυτές δεν ήταν εκλογές. Ήταν έρανος της σιωπής για τους εξοντωμένους. Εμείς τούτο το βράδυ οφείλουμε τον οβολό σε νότες· να σπάσουμε αυτή τη σιωπή· με μια μουσική από μιαν άλλη χώρα, κι εκείνη πονεμένη, για να φαίνονται όλα απόψε μακρινά, αφού για τους εξοντωμένους αύριο δεν θα είναι μια άλλη μέρα· κι ας άλλαξε αυτή η Κυριακή τα πάντα.