Μαζί… το φάγαμε

by Sotos

Δεν νομίζω να υπήρξε μέχρι σήμερα στα χρόνια της χολέρας πιο ύπουλη επίθεση εναντίον του λαού μας, από τη δήλωση ότι «μαζί τα φάγαμε». Το δίχως άλλο, καυτηριάστηκε κατ’ αρχήν αυτόματα και σχεδόν ομόθυμα, μα το κακό που ήταν ικανή να κάνει συντελέστηκε ακαριαία: ο σπόρος της συλλογικής ενοχής βρήκε το έδαφος τελείως αφύλακτο –την ώρα της μεγάλης καταιγίδας ποιος γεωργός έχει το νου του στα ζιζάνια;  Έτσι, βλάστησε  και μεταδόθηκε αστραπιαία, σαρκάζοντας, μάλιστα, με αλαζονική περιφρόνηση ακόμη και τους απρόσκλητους θιασώτες του, όταν τους συναντούσε εδώ κι εκεί σε χείλη πρόθυμα κι αναμενόμενα. Ήταν μια πισώπλατη μαχαιριά στη Δημοκρατία· το τραύμα θα αιμορραγεί για πολύ καιρό και ποτέ δεν θα πιστέψω ότι γεννήθηκε απλώς από μια ξέχειλη παρόρμηση της στιγμής –αν έχει τούτο πλέον κάποια σημασία… Άλλωστε, εκ στόματος κοράκου…

Σε ανάλογο πνεύμα, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών δήλωσε πριν από λίγα μόλις εικοσιτετράωρα: «Όταν έχεις χώρες ή λαούς που ζούσαν πέραν των δυνατοτήτων τους και τώρα πρέπει να εφαρμόσουν κάποια λιτότητα, να κάνουν περικοπές, να αναμορφώσουν την αγορά εργασίας τους. . . ο κόσμος τείνει να κατηγορεί άλλους». Και συμπλήρωσε στην ίδια συνέντευξη, αναφερόμενος στην υπόμνηση περί Β’ Παγκόσμιου Πολέμου: «Δεν θέλουμε να κυριαρχήσουμε επί κανενός. Η Γερμανία προσπάθησε να το κάνει στο παρελθόν και δεν δούλεψε ποτέ, δεν το θέλει πλέον σήμερα».

Λυπούμαι που ο διακεκριμμένος Αμερικανός δημοσιογράφος στον οποίο δόθηκαν αυτές οι απαντήσεις πέτυχε να κηλιδώσει τη φήμη του -αυτός από ξέχειλη αμεριμνησία της στιγμής- ολιγωρώντας να υποβάλλει στον αντιπαθέστατο Γερμανό αξιωματούχο διευκρινιστικό ερώτημα σχετικά με το ποιός βαρύνεται για τα γερμανικά πεπραγμένα του μεγάλου ολέθρου και ανείπωτου θρήνου: ο γερμανικός λαός ή η γερμανική κυβέρνηση της εποχής; Λέω λυπούμαι, διότι ως Αμερικανός φέρει πίσω του όχι μόνο τα εύσημα του εμβληματικού αγγλοσαξωνικού Τύπου, αλλά και την ηθική παρακαταθήκη μιας Δίκης της Νυρεμβέργης, όπου το εν λόγω κρίσιμο ερώτημα ξεκαθαρίστηκε μια και καλή από ένα σπουδαίο δικαστή και συμπατριώτη του, οριστικά ενώπιον όλης της ανθρωπότητας. Κρίμα, αλλά δεν πειράζει· θα επανορθώσουν μια μέρα οι Γερμανοί για λογαριασμό του –είναι βέβαιον, είναι ιστορική νομοτέλεια.

Θα επανορθώσουν; Ναι, θα επανορθώσουν! Διότι, σε αντίθεση με τον Αμερικανό δημοσιογράφο ο οποίος περί άλλα ετύρβαζε, ο Γερμανός υπουργός τα γνωρίζει αυτά πολύ καλά. Όπως τα γνωρίζει και ο «μαζί τα φάγαμε», που αποσύρεται επιτέλους από την πολιτική, την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενος. Έκανε τη δουλειά του και φεύγει, όπως ακριβώς λέει ο λαός μας: σαν τον κλέφτη!

Απορώ, πάντως, που δεν σταθμίζει την ίδια ώρα ότι, μη θέτοντας υποψηφιότητα, χάνει τη βουλευτική του ασυλία. Θα μου πείτε, το λογάριασε μάλλον ως εξής:

Έτσι κι αλλιώς υπουργός δεν ήμουν. Και να ήμουν, με τη διάλυση της Βουλής τα αδικήματα παραγράφονται. Και τι θα μου φορτώσουν; Οτι είπα μια κουβέντα παραπάνω; Το μόνο από το οποίο ίσως κινδυνεύω είναι ένα ευφάνταστο λαϊκό δικαστήριο. Αλλά, τώρα πια, δεν γίνονται αυτά τα πράγματα.

Δεν γίνονται;

-Δεν γίνονται.

Γιατί;

Γιατί το φάγανε.

Ποιό;

τι μαζί τα φάγαμε.

Υ.Γ. Κι αν το φάγαμε, δεν σημαίνει ότι το χωνέψαμε κιόλας!..